« Οι συνέπειες της υποτέλειας στη διαμόρφωση των εθνικών μας προβλημάτων»Εισαγωγική ομιλία Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη στο 4ο διαδικτυακό συνέδριο της ΤΗΜΗΣΤΟ 21
23/10/2021 Ώρα 17 διαδίκτυο. Εναρξη 4ου συνεδρίου της ΤΙΜΗΣΤΟ 21
Με θέμα: « Οι συνέπειες της υποτέλειας στη διαμόρφωση των εθνικών μας προβλημάτων»
Εισαγωγική ομιλία Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
========================================================================================================
Η υποτέλεια, η εξάρτηση της πατρίδας μας, όπως αποτυπώνεται σε όλες τις εκφάνσεις της εθνικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής της υπόστασης, από κέντρα, ενέργειες και αποφάσεις έξω από αυτήν, δεν αποτελεί, δυστυχώς, νέο φαινόμενο, παρότι έχει επικίνδυνα ενταθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό το αποκρουστικό ερπετό, που δηλητηριάζει μονίμως την πατρίδα μας, αποτελεί δυστυχώς τμήμα των θεμελίων, επάνω στα οποία οικοδομήθηκε το νεοελληνικό κράτος. Η απελευθέρωση της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία βρήκε ομόφωνες τις Μεγάλες Δυνάμεις, προφανώς γιατί αυτή εξυπηρετούσε συμφέροντά τους, αλλά όχι και την ανεξαρτησία της. Είναι πολύ χαρακτηριστική η δήλωση του Μακρυγιάννη στα «Απομνημονεύματα» του ότι «Τους κατάτρεξαν οι Ευρωπαίοι τους δυστυχείς ΄Ελληνες. Εις τις πρώτες χρονιές εφοδίαζαν τα κάστρα των Τούρκων. Τους κατέτρεχαν και τους κατατρέχουν ολοένα δια να μη υπάρχουν. Η Αγγλία θέλει να τους κάμη Άγγλους με την δικαιοσύνην την αγγλική, οι Μαλτέζοι, ξυπόλητους και νηστικούς, οι Γάλλοι Γάλλους, οι Ρώσοι Ρώσους και ο Μέττερνικ της Αούστριας Αουστριακούς και όποιος τους φάγει από τους τέσσερους».
Η κυριαρχία επάνω σε μια Ελλάδα, τυπικά ελεύθερη αλλά όχι ανεξάρτητη υπήρξε το μήλο της έριδος ανάμεσα στις τότε Μεγάλες Δυνάμεις, με την προβολή της αντίθεσης Αλβιώνας και Αυστρίας εναντίον της Ρωσίας. Και είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τον ρωσσοτουρκικό πόλεμο (1828-29) δεν υπάρχει πηγή, που να αναφέρεται στην ανεξαρτησία της Ελλάδας. Η Ρωσία ήταν τότε στο επίκεντρο, και αποτελούσε τη δικαιολογία του πως και του γιατί η Αγγλία επί τρεις περίπου αιώνες βρίσκονταν στο πλευρό της Τουρκίας. Ήταν επειδή ακριβώς και η Τουρκία ήταν εναντίον της Ρωσίας. Κάτω από το πρίσμα αυτό δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι το Ναυαρίνο χαρακτηρίστηκε ως «δολοφονία» και ως «ατυχές συμβάν» από την Αλβιώνα, αλλά και από την Αυστρία. Το Ναυαρίνο που έφερε ισχυρό και τελειωτικό χτύπημα εναντίον της ανεξαρτησίας της Ελλάδας.
Ο λόγος για τον οποίον δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας, ο οποίος την ίδια εκείνη χρονική συγκυρία ανέλαβε τη διακυβέρνηση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, ήταν πιθανότατα επειδή εκλήφθηκε ως Ρωσόφιλος. Παρότι, δεν άνοιξαν ακόμη τα σχετικά έγγραφα της δολοφονίας του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, η πιθανότερη αιτία ήταν ο φόβος ότι το νεοσύστατο κράτος θα έμπαινε κάτω από τη ρωσική επιρροή. Και έτσι, μπορεί ίσως να ερμηνευτεί η επαναλαμβανόμενη διαβεβαίωση του Καποδίστρια ότι «Δεν έχει ο Αυτοκράτωρ της Ρωσίας τον Έλληνα ως υπουργό του, αλλ’΄Ελλην έχει εις χείρας του τον αυτοκράτορα της Ρωσίας προς σωτηρίαν της Ελλάδος».
Το όραμα του Καποδίστρια ήταν μια ελεύθερη, αλλά και ανεξάρτητη Ελλάδα, που όμως έσβησε με τη δολοφονία του. Και όσο και αν φαίνεται αδιανόητο, αυτό το όραμα στάθηκε αδύνατον να αναζωογονηθεί επί 190 ολόκληρα χρόνια. Αντιθέτως, παρότι τα ονόματα των Μεγάλων Δυνάμεων, που απομυζούν κάθε ικμάδα της χώρας μας, ενδεχομένως μεταλλάσσονται διαχρονικά, και οι εκάστοτε επιδιωκόμενοι στόχοι τους διαφοροποιούνται, κάτω από την επίδραση των εξελισσόμενων παγκόσμιων συνθηκών, ο βρόγχος όμως της υποτέλειάς μας έχει ριζώσει και φαίνεται αμετακίνητος. Και όχι μόνο, αλλά και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, γίνεται ολοένα και πιο στραγγαλιστικός. Θα μπορούσαν, ασφαλώς, να αναζητηθούν πολυάριθμες αιτίες αυτής της πολύ δυσάρεστης κατάστασης. Ωστόσο, μέσα σε αυτές κυριαρχεί η γενική διαπίστωση ότι στο μακρύ αυτό διάστημα, δεν υπήρξαν αξιόλογες προσπάθειες ξεριζωμού του. Ότι, δηλαδή, η εξάρτηση έγινε σιωπηρώς αποδεκτή.
Για την οικτρή αυτή κατάσταση, στην οποίαν βρίσκεται η πατρίδα μας, ήδη επί δύο αιώνες, υπάρχουν, ασφαλώς, βαρύτατες όσο και ασυγχώρητες ευθύνες. Δεν υπάρχει όμως σήμερα χρόνος γι αυτές, παρότι ο επιμερισμός τους, στο βαθμό που αυτός είναι δυνατός, αποτελεί θέμα πρωταρχικής σημασίας. Γι αυτό και σκέπτομαι ένα συνέδριο της ΤΙΜΗΣΤΟ 21, που να επικεντρωθεί σε αυτό το μέγα ζήτημα. Προς το παρόν, όμως, θα αρκεστώ στην υποστήριξη της άποψης ότι η υποτέλεια έγινε τρόπος ζωής, εξουδετέρωσε την εθνική υπερηφάνεια και αξιοπρέπειά μας και εγκαθίδρυσε μια αρρωστημένη αδράνεια, που τελικώς αποδέχεται τα πάντα. Η υποτέλεια αυτή φαίνεται να διαιωνίζεται, ενώ κάθε φορά που κινδυνεύει να ανατραπεί, από υγιείς λαϊκές αντιδράσεις, όπως ενδεικτικά αναφέρομαι στην περίπτωση των Πρεσπών, καθώς και σε αυτήν του δημοψηφίσματος του 2015, επιστρατεύονται υπόγειες δυνάμεις, για να τις σιγήσουν, με κάθε μέσον, έστω και με το πιο αδίστακτο. Και πάντοτε βέβαια με τη συμπαράσταση των συμμάχων/φίλων/εταίρων, που έχουν αντικαταστήσει τις πάλαι ποτέ Μεγάλες Δυνάμεις. Πρόκειται, σίγουρα, για αποφάσεις και ενέργειες, με ψήγματα προδοσίας, στις οποίες ωστόσο φαίνεται να υπερτερεί ο πανικός, της έλλειψης γνώσης για το πως πρέπει να γίνει ο χειρισμός της ανατροπής μιας παγιωμένης κατάστασης.
Στην αποψινή σύντομη εισήγηση μου:
1. Θα περιπλανηθώ μέσα στο χρόνο, κυρίως όμως στις τελευταίες του δεκαετίες, με σταθμούς στα δραματικότερα συμβάντα αυτής της ανεξέλεγκτης, αυτής της ακραίας εξάρτησής μας, από κέντρα εκτός της πατρίδας μας, και
2. Θα επιχειρήσω να αναφέρω με τηλεγραφικό τρόπο κάποιες από τις αιτίες που, όπως πιστεύω, μας οδήγησαν από το προπατορικό αμάρτημα ως τη σημερινή υποτέλεια. Που από όποια μορφή και αν ιδωθεί είναι καταστρεπτική για την επιβίωσή μας.
Ι. Ορισμένα μέσα και σταθμοί υποτέλειας
*Δάνεια
Αρχίζω, βέβαια, με τα δάνεια προς χώρες νεοσύστατες, χώρες που αντιμετωπίζουν δυσβάστακτα χρέη, χώρες σε εμπόλεμη κατάσταση ή σε έναρξη ειρήνης μετά από καταστροφές, χώρες μετά από πανδημία η μετά από εμφύλιο πόλεμο. Τέτοια δάνεια πολύ συχνά μετατρέπονται από μέσον διάσωσης της χώρας που έχει ανάγκη βοήθειας, σε μέσον κυριαρχίας της, εξάρτησης, εξυπηρέτησης στόχων της δότριας χώρας ή, ακόμη και λεηλασίας του πλούτου αυτής που την λαμβάνει. Η ιστορία της Ελλάδας, στο κεφάλαιο αυτό είναι μακρόχρονη και συνεχής. Περιλαμβάνει ακόμη και δάνεια που της δόθηκαν χωρίς να τα ζητήσει, δάνεια με όρους λεόντειους, δάνεια που ούτε κλάσμα τους δεν έχει εισέλθει στο χώρο της, δάνεια που έσβησαν κάθε ίχνος κυριαρχίας της, δάνεια που την δουλοποίησαν, αλλά και δάνεια που την καταλήστευσαν. Δάνεια με όρους παράνομους, δάνεια που δεν σέβονται τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, δάνεια που καταπατούν τους κανόνες ηθικής και που, οι συνέπειές τους είναι μακροχρόνιες και καταστρεπτικές για την επιβίωση της οικονομίας που τα λαμβάνει. Από την πλευρά της δότριας χώρας η επίσημη δήλωση είναι παγίως η αυτή, ότι δηλαδή τα δάνεια δίνονται, με αυτοθυσία, προκειμένου να σωθεί η οικονομία που τα λαμβάνει.
Τα δάνεια προς την Ελλάδα άρχισαν αμέσως μετά την απελευθέρωσή της. Οι περιγραφές πολλών από αυτά είναι αυτόχρημα τραγικές, αφού σε πολλές περιπτώσεις, ούτε κλάσμα τους δεν πέρασε το κατώφλι της, αλλά από την άλλη πλευρά υπήρξαν πολύ προσοδοφόρα για τις χώρες που τα προσφέρουν. Αντιθέτως, η πιο διαβρωτική, για την πατρίδα μας, συνέπεια αυτών των δανείων είναι, ακριβώς, η διατήρηση και διαιώνιση της αποδοχής καταστάσεων που άπτονται της δουλοποίησης, της αποικιοκρατίας και της εξάρτησης. Προβλέπω ότι η αντίδραση στην παραπάνω κριτική εναντίον των δανείων, ενδεχομένως, θα είναι: «και τι μπορούσαμε να κάνουμε και τότε, στη μακρινή εποχή της απελευθέρωσης, αλλά και τώρα; Να χρεοκοπήσουμε;;;». Όχι, βέβαια!. Αλλά, ας αναφερθώ εδώ στον Δημήτριο Υψηλάντη, που είχε διαφωνήσει για πάρα πολλά ζητήματα, και που στις 12 Απριλίου του 1826 έγραψε: «... Ανησυχείτε για την έλλειψη οικονομικών πόρων ; Βρείτε καταφύγιο στη γενναιοδωρία των πολιτών. Ποτέ δεν κώφευσε Έλληνας στη φωνή της πατρίδας του ... ". Ο Δημήτριος Υψηλάντης ήταν, ίσως, υπεραισιόδοξος ιδεαλιστής. Ωστόσο, η απελπισμένη αυτή παραπάνω δήλωσή του μπορεί να σημαίνει από τότε και σήμερα: : «Μη δέχεστε με τέτοια ευκολία δάνεια», «Εξαντλείστε προηγουμένως κάθε άλλη πηγή», «Μην υπογράφετε με τέτοια επιπολαιότητα δάνεια που περιέχουν εγκληματικούς όρους», «Μην υποτιμάτε και μην προσπερνάτε τον πατριωτισμό των Ελλήνων. Ζητήστε τους να ενεργοποιηθούν για τη σωτηρία της πατρίδας», «Αν αποδειχθεί, κατά την περίοδο ισχύος του δανείου, ότι αυτό περιλαμβάνει σφάλματα που βαρύνουν τη δότρια χώρα, καταγγείλτε τα», κ.ο.κ.
Θεωρώ περιττό να επεκταθώ στα δάνεια, για την ελληνική περίπτωση, εφόσον είναι παγκοίνως γνωστές οι, χωρίς υπερβολή, εγκληματικές τους συνέπειες. Έστω και αν φθάσουμε στο τέλος της μακράς ιστορίας του ελληνικού δανεισμού και ανατρέξουμε στα σχετικά εδάφια των Απομνημονευμάτων του Μπαράκ Ομπάμα, που φέρνει επισήμως πια στο φως, ότι ήταν ήδη γνωστό σε όσους ήθελαν να το γνωρίζουν. Ότι δηλαδή το τεράστιο, και μέχρι στιγμής, τελευταίο δάνειο που προσφέρθηκε στην Ελλάδα, από την ΕΕ, ουδόλως απέβλεπε στη σωτηρία της, αλλά είχε ως αποκλειστικό μονόδρομο τη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών. Με απαράδεκτη λοιπόν αδιαφορία για τις συνέπειές του, στην επιβίωση της χώρας μας, το δάνειο αυτό λειτούργησε ως ταύρος σε υαλοπωλείο, καταστρέφοντας την Ελλάδα για πολλές γενιές από σήμερα. Και αφού διασώθηκαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, στη συνέχεια, και γιατί όχι, με βάση την υποθήκευση ολόκληρης της χώρας, χάρις στους ληστρικούς όρους των Μνημονίων, και όχι μόνο, αλλά και χάρη στην αφαίρεση κάθε ίχνους κυριαρχίας της, οι εταίροι μας προχώρησαν στην αρπαγή του συνολικού πλούτου επίγειου, υπόγειου και υποθαλάσσιου, δημόσιου και ιδιωτικού. Ας πάμε όμως και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, που ίσως έχουν μερικώς λησμονηθεί, αλλά ωστόσο βαρύνονται και αυτές με κάποια φορτία υποτέλειας.
*Το δόγμα Τρούμαν
Στις 16 Μαρτίου του 1947 ο Γεώργιος Βλάχου έγραψε στην εφημερίδα «Καθημερινή»: «Ζήτημα ανεξαρτησίας δεν υπάρχει. Υπάρχει ζήτημα έναν και μόνον: αφεντικού...Το αφεντικό μας ένα είναι, δυο μάλλον: η Αμερική, η Αγγλία. Μ' αυτούς θα ζήσωμε, μ' αυτούς έχουμε συνδέσει την τύχη μας, μ' αυτούς θα πορευτούμε, μ' αυτούς, αναγκαστικώς, θα περιμένωμε ώρας Παγκοσμίου συνεννοήσεως, γενικής ειρήνης, καλλίτερους καιρούς».
Δεν αμφισβητείται φυσικά το ότι είχαμε απόλυτη ανάγκη από τη βοήθεια των ΗΠΑ, ως πλήρως ρημαγμένη και λεηλατημένη οικονομία από τη ναζιστική κατοχή. Ανήκαμε, ωστόσο, στην πλευρά των νικητών του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και όχι σε αυτήν των ηττημένων. Γιατί, λοιπόν, οφείλαμε να εμφανιστούμε με τόσους τόνους υποτέλειας ενώπιον των συμμάχων μας; Ιδιαίτερα και επειδή, όπως είναι γνωστό, η βοήθεια δόθηκε για να μην προσχωρήσει η Ελλάδα, και η λοιπή Ευρώπη, στο κομμουνιστικό στρατόπεδο, και όχι από μόνο ενδιαφέρον να βελτιωθεί η τύχη μας.
*Είσοδος της Ελλάδας στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη
Όπως είχα την ευκαιρία να το υποστήριξα και στις δύο περιπτώσεις πολλές φορές, η είσοδος της οικονομίας μας, σε αυτές τις ενώσεις ήταν πρόωρη, γι αυτό η αρχική μου πρόβλεψη ότι θα «παραμείνουμε εσαεί φτωχοί συγγενείς εντός τους» αποδείχθηκε δυστυχώς ορθή. Τα αποτελέσματα είναι αποκαρδιωτικά, και μη αντιστρέψιμα, καθώς αποδεκατίστηκε ο πρωτογενής μας τομέας, και εξαϋλώθηκε ο δευτερογενής, έτσι που τώρα η οικονομία μας να εξαρτάται πάνω από το 80% του ΑΕΠ της στις υπηρεσίες, που επιπλέον δεν είναι τεχνολογικά προηγμένες.
* Επί 80 χρόνια δεν απαιτήσαμε γερμανικό δάνειο και αποζημιώσεις
Οι Γερμανοί μας χρωστούν, στη συνέχεια της ναζιστικής κατοχής, απείρως μεγαλύτερα ποσά από τα αντίστοιχα που εμείς της χρωστούμε. Ωστόσο, όσο απίστευτο και αδιανόητο και αν ακούγεται, αποτελεί ωστόσο τμήμα της ελληνικής αβυσσαλέας υποτέλειας. Ματώνει και εξαθλιώνεται ο ελληνικός λαός για να καταβάλλει στη Γερμανία μικρό κλάσμα του χρέους, που η ίδια οφείλει σε εμάς. Αλλά, όμως, δεν διεκδικούμε, τουλάχιστον επισήμως, τα δίκαιά μας.
*Να πάμε και στις αναρίθμητες και απροκάλυπτες πια παραβιάσεις των όρων της συνθήκης των Πρεσπών
Αυτές, όχι απλώς παραμένουν αναπάντητες, αλλά επιπλέον η Κυβέρνηση δέχεται μετά φανών και λαμπάδων τους Σκοπιανούς αξιωματούχους στην πατρίδα μας, και υπόσχεται να κάνει τα πάντα για να προωθήσει την ένταξη του κρατιδίου τους στις διεθνείς ενώσεις με το όνομα «Μακεδονία»
*Ουδεμία αντίδραση στις κατά καιρούς δηλώσεις αξιωματούχων της ΕΕ και του ΔΝΤ, σχετικά με τα πολύ σοβαρά λάθη, που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα των Μνημονίων. Σε παλαιότερο άρθρο στην εφημερίδα «Le Monde”, το χαρακτήρισα «απαγορευμένη συζήτηση».
Και όμως, αυτές οι δημόσιες αναγνωρίσεις σφαλμάτων θα ήταν αρκετές για να περιορίσουν τα δεινά του ελληνικού λαού, που απορρέουν από τα Μνημόνια, αλλά που παραμένουν χωρίς να αξιοποιούνται και ως να μη μας αφορούν.
*Ακόμη,καρτερικά, αναπάντητα και ασχολίαστα δεχόμαστε τα πάντα :ταπεινώσεις, αθετήσεις υποσχέσεων, ειρωνείες, χλευασμούς, απειλές, υποκρισίες
Σε καθημερινή, σχεδόν, βάση η χώρα μας γίνεται δέκτης συμπεριφορών με απαράδεκτο περιεχόμενο. Εκτός από τους Τούρκους, σύσσωμη η ΕΕ με σωρεία αξιωματούχων της, στο παρελθόν και στο παρόν, μας αντιμετωπίζουν περίπου ως «λαό με ειδικές ανάγκες», που δέχεται αδιανόητης έκτασης προσβολές από όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, τις οποίες στωικά υπομένει.
Σταματώ εδώ, παρότι ο κατάλογος των περιπτώσεων/εκδηλώσεων υποτέλειας είναι ατέλειωτος.
ΙΙ. Προσπάθεια διερεύνησης των αιτίων αυτής της ακραίας υποτέλειας της Ελλάδας
Στο δεύτερο Μέρος της εισήγησής μου, θα αναφερθώ ακροθιγώς, σε κάποια αίτια που πιστεύω ότι βρίσκονται στη βάση της ερμηνείας αυτής της αβάσταχτης ελληνικής υποτέλειας, που όμως όπως ήδη υποστήριξα στην αρχή αυτής μου της εισήγησης, το θέμα αυτό αξίζει να αποτελέσει το περιεχόμενο ενός προσεχούς συνεδρίου της ΤΙΜΗΣΤΟ 21.
Θα αρχίσω με μια γενική παρατήρηση, που φαίνεται να αντέχει στο χρόνο, που ανταποκρίνεται στα πράγματα, αλλά και που πρέπει να θεωρείται αυτονόητη. Το ότι δηλαδή η όποια βοήθεια έξωθεν, που ενδέχεται να είναι σωτήρια σε δεδομένη κρίσιμη στιγμή, για τη χώρα που τη δέχεται, παρέχεται μόνο και αποκλειστικά αν εξασφαλίζει ταυτόχρονα και κάποια πλεονεκτήματα, υλικά ή και άυλα στη δότρια χώρα. Έτσι, τα αφηγήματα περί «φιλελληνισμού» και «Φιλελλήνων», χωρίς να απορρίπτονται ολοσχερώς, και χωρίς να ισοπεδώνονται, οφείλουν πάντως να αντιμετωπίζονται μακριά από την όποιας κατεύθυνσης συναισθηματική φόρτιση. Συνεπώς, οι όροι μιας όποιας εξωτερικής βοήθειας, δανείου κ.λπ. είναι απαραίτητο να λαμβάνουν υπόψη ότι και η δότρια χώρα προσφέρει κάτι, και συνεπώς, επιβάλλεται να γίνει κάποιο παζάρι, κάποιος συμβιβασμός εκατέρωθεν, και όχι μονομερής επιβολή και αποδοχή των όποιων συμφερόντων της δότριας χώρας. Αυτή η διάσταση απουσιάζει γενικώς από τις ελληνικές διαπραγματεύσεις.
Η Ελλάδα ανεξαρτητοποιήθηκε από τον τουρκικό ζυγό, ύστερα από έναν τιτάνιο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, που συγκέντρωσε το θαυμασμό μεγάλου τμήματος της τότε ανθρωπότητας και που ανέδειξε τη διαχρονική συνέχεια του Έθνους. Ωστόσο, η αναγνώρισή της Ελλάδας ως νέο κράτος είχε ανάγκη από επισημοποίηση, που έγινε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 3/2/1830 . Ήταν η Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία οι χώρες που πρότειναν την ανεξαρτησία της Ελλάδας, ανάμεσα και σε άλλα, επειδή είχαν ενδιαφέροντα στα Βαλκάνια. Κάποιας μορφής υποτέλεια του νεοσύστατου κράτους απέναντι στις προστάτιδες δυνάμεις είχε ήδη καταγραφεί, και θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι κάτω από τις τότε περιστάσεις ήταν και αναπόφευκτη. Το ελληνικό ωστόσο πρόβλημα, εν προκειμένω, είναι ότι παρότι στο μακρύ διάστημα από τότε, προσέτρεξαν και άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, σε βοήθειά της χώρας μας, πάντοτε επειδή παράλληλα με τη βοήθεια εξυπηρετούσαν και δικά τους συμφέροντα, η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να απαλλαγεί από την ακραίας μορφής υποτέλεια των πρώτων ετών της απελευθέρωσής της. Εκτός από τη Γαλλία, που μπορεί να υποστηριχθεί, γενικώς, ότι διατηρεί σχέση σεβασμού προς την Ελλάδα, από την αρχή αλλά και μέχρι και τα Μνημόνια, αλλά και μέχρι και την κρίση των Ελληνοτουρκικών, η πλειοψηφία των υπολοίπων φίλων/συμμάχων/εταίρων, όταν τους δίνονται ευκαιρίες, εκλαμβάνουν με ιδιαίτερη ευκολία την Ελλάδα ως χώρα δεδομένη. Ως οικονομία, που δέχεται τα πάντα χωρίς αντίδραση, ακόμη και όταν λεηλατείται, ακόμη και όταν απειλείται με εξαφάνιση. Και έτσι , λειτουργούν αδίστακτα εναντίον της.
Ως «μαγιά» αυτής της υποτέλειας» θα μπορούσε ίσως να εκληφθεί, ακόμη και σήμερα, η απόφαση της κυβέρνησης Κουντουριώτη, το 1825, να ζητήσει από την αγγλική κυβέρνηση να της υποδείξει ποιόν θέλει εκείνη ως μονάρχη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Την έκκληση υπέγραψαν λαμπερά ονόματα της Επανάστασης, ανάμεσά τους και ο Κολοκοτρώνης, παρότι στη συνέχεια διαχώρισε τη θέση του, ενώ προσωπικότητες που δήλωσαν εναντίον της όπως ο Κερκυραίος υπουργός δικαιοσύνης, Ιωάννης Θεοτόκης, που χαρακτήρισε την «Πράξη» ως «Συμφωνητικό της Πωλημένης Ελλάδος», παύτηκε και φυλακίστηκε, για τρείς μήνες στις φυλακές Ναυπλίου! Ωστόσο, από τότε έχουν περάσει σχεδόν δύο αιώνες, και είναι δύσκολο να γίνει δεκτό ότι η σημερινή υποτέλεια έχει τις ρίζες της στο μακρινό αυτό συμβάν. Μπορεί αυτό να ήταν ένα προπατορικό αμάρτημα, αλλά υπήρχε άπλετος χρόνος για να αντιστραφεί. Γεννάται το ερώτημα του πως και του γιατί τα παραπατήματα των πρώτων εκείνων χρόνων μετά την απελευθέρωση είναι ακόμη σε θέση να ρίχνουν τη σκιά τους στο σημερινό γίγνεσθαι. Αν, πράγματι, αυτό συμβαίνει, τότε θα πρέπει να αναζητήσουμε ποιοι είναι οι πιθανοί εκείνοι παράγοντες, που συνέχισαν και, δυστυχώς, ενίσχυσαν μέχρι σήμερα την αρχική υποτέλεια της πατρίδας μας.
Θα αναφερθώ τηλεγραφικώς σε κάποιους από τους παράγοντες αυτούς:
* Παρότι ο δυτικός πολιτισμός έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα, η συνέχειά του για τους απελευθερωμένους Έλληνες φαίνεται ότι δεν ήταν αρκετή για να πείσει τους δυτικούς φίλους, αλλά πρωτίστως εμάς τους ίδιους, ότι ναι, «ανήκομεν εις την Δύσιν», έχοντας διασχίσει στο μεταξύ το δικό μας Βυζάντιο. Αυτή η ανασφάλεια, που δύσκολα αναλύεται, βρίσκεται όμως στη βάση της υποτέλειάς μας, καθώς προσπαθούμε με κάθε ευκαιρία να αποδείξουμε το αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή «είμαστε Ευρωπαίοι». Και σε αυτό τον αγώνα αφήνουμε πίσω μας, ποδοπατώντας τες τις μοναδικές και αποκλειστικά δικές μας ρίζες, αντί να τις προβάλουμε με υπερηφάνεια στα πέρατα της υφηλίου.
*Με αυτή την ιδιότυπη σύγχυση εθνικής μας ταυτότητας αντιμετωπίσαμε τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, σπεύδοντας να γίνουμε τμήμα τους, με οποιονδήποτε τρόπο και ανεξαρτήτως θυσιών, προκειμένου να μην μας αμφισβητηθεί η ένταξή μας στη Δύση. ‘Ετσι:
**Χωρίς προηγούμενη σοβαρή μελέτη, χωρίς κριτική ματιά για το που βρίσκεται η οικονομία μας και τι ιδιορρυθμίες και αναπτυξιακές ανάγκες εμφανίζει, αγκαλιάσαμε την ΕΕ και αργότερα την Ευρωζώνη, με πολύ δραματικές συνέπειες για όσους θέλουν να τις διαπιστώσουν.
***Στη συνέχεια βυθιστήκαμε, χωρίς δεύτερη σκέψη, στην παγκοσμιοποίηση, κοσμοθεωρία κατάλληλη για ήδη προηγμένες οικονομίες, λησμονώντας τον πάντοτε επίκαιρο Fr. List, περί της ανάγκης προστασίας της εκβιομηχάνισης σε πρώιμα στάδια. Λησμονώντας, ακόμη, ότι είναι δύσκολο να αναδειχθεί σύγχρονη προηγμένη οικονομία, που να έχει αναπτυχθεί χωρίς κάποια προστασία, στα αρχικά της στάδια.
****Στη συνέχεια, οι φίλοι μας στη Δύση, μίλησαν για πολυπολιτισμικότητα, και εμείς για να μην υστερήσουμε, και για να μην υπάρξει σκιά αμφιβολίας για το ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν», σπεύσαμε να την ενστερνιστούμε. Αλλά, τελικώς, επειδή δεν φροντίσαμε να προστατεύσουμε τα νώτα μας, όπως φυσικά το έπραξαν οι φίλοι μας στη Δύση, κινδυνεύουμε πολύ σοβαρά να απορροφηθούμε από την πολυπολιτισμικότητα.
*****Και να σημειωθεί ότι όλα αυτά τα όντως τραγικά μας συμβαίνουν σε περίοδο παρακμής και τέλους της δυτικής κυριαρχίας, στην υφήλιο, χωρίς να έχουμε προετοιμαστεί, έστω και ελάχιστα, για τη διάδοχο κατάσταση που φθάνει καλπάζοντας.
« Οι συνέπειες της υποτέλειας στη διαμόρφωση των εθνικών μας προβλημάτων»Εισαγωγική ομιλία Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη στο 4ο διαδικτυακό συνέδριο της ΤΗΜΗΣΤΟ 21
Reviewed by Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη
on
Νοεμβρίου 26, 2021
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια