«Όλη η αλήθεια για χρέος και ελλείμματα κα πως θα σωθούμε»


Εισαγωγική ομιλία της συγγραφέως Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη στην παρουσίαση του νέου της βιβλίου, που έγινε στην αίθουσα τελετών της παλιάς Φιλοσοφικής του ΑΠΘ την 23.11.2011

==========================================







Το βιβλίο που παρουσιάζεται απόψε γράφτηκε κάτω από συνθήκες μεγάλης αγωνίας, αλλά και θυμού και οργής. Θα ήταν κακόγουστο, εκ μέρους μου, να προσπαθήσω να σας πω πόσο καλό είναι το βιβλίο μου, και δεν είναι άλλωστε το πρόβλημά μου. Θα επικεντρωθώ, απλώς, σε ορισμένα κομβικά σημεία που αναπτύσσονται στο ανά χείρας έργο:



Α. Το πρώτο σημείο αναφέρεται στο περιβάλλον πλήρους παράνοιας, στο οποίο ζούμε επί 20 περίπου μήνες, έχοντας υπογράψει το αρχικό Μνημόνιο, τις επικαιροποιήσεις του, το Μεσοπρόθεσμο και το απαράδεκτο συνοδευτικό συνονθύλευμά του. Αυτά όλα σωρεύουν, στις πλάτες του λαού μας, υποχρεώσεις, που είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ να υλοποιηθούν. Το πρόβλημα ήταν βέβαια εμφανέστατο από την αρχή. Γιατί, αν πρόκειται να μπορέσει μια χρεωμένη οικονομία να αποπληρώσει κάποτε το χρέος της, απαιτείται πρόγραμμα που να αυξάνει το ΑΕΠ της με ταχύτερους ρυθμούς από τους αντίστοιχους του χρέους. Αλλά, το Μνημόνιο και η συνέχειά του καταλήγουν, και μάλιστα με κραυγαλέο τρόπο, στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Δηλαδή, στη γιγάντωση του χρέους και στη συρρίκνωση του ΑΕΠ. Να υπενθυμίσω μόνο, σχετικά, ότι οι απάνθρωπες, οι αιματηρές θυσίες που υπέστη ο ελληνικός λαός τους τελευταίους 20 περίπου μήνες, με αιχμή τους όχι πια μόνο τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους, αλλά και τη μεσαία τάξη, που σε κάθε οικονομία αποτελεί τη ραχοκοκαλιά, κατέληξαν στην αύξηση του χρέους κατά 42%. Και τώρα, η ελπίδα μας- σε εισαγωγικά- είναι αυτό το χρέος ως ποσοστό στο ΑΕΠ να είναι στο ίδιο επίπεδο το 2020 με αυτό του 2009, δηλαδή 120%. Και βέβαια είναι γνωστό ότι χρέος που υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ δεν είναι διαχειρίσιμο, γιατί αυτοτροφοδοτείται!



Στο μεταξύ, βέβαια, θα συνεχίζονται οι θυσίες και οι ανθρωποθυσίες χωρίς αντίκρισμα και με ολοένα εντεινόμενους ρυθμούς, μέχρις ότου αγγίσουμε το όριο της κοινωνικής έκρηξης. Το όριο αυτό, υποθέτω πως είναι πολύ κοντά πια, και το μόνο που εύχομαι είναι να μην αιματοκυλιστούμε.



Πρόκειται για Σισύφειο έργο, αυτό που μας επιβάλλεται από τα Μνημόνια και την απερίγραπτη ακολουθία τους, και είναι αδιανόητο να αναλισκόμαστε, κυβέρνηση και ΜΜΕ, σε ατέρμονες και εντελώς ανούσιες συζητήσεις, για το πώς θα επιτύχουμε τους στόχους προγραμμάτων, που είναι απραγματοποίητοι. Που μεταβάλλονται συνεχώς. Που γίνονται ολοένα και πιο επαχθή. Που στραγγαλίζουν όλο και περισσότερο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, και που καταλήγουν στο γενικό ξεπούλημα της πατρίδας μας. Οι εκάστοτε αρμόδιοι δεν κουράζονται να μας διαβεβαιώνουν, ότι «δεν θα υπάρξουν άλλες μειώσεις μισθών και συντάξεων», προσθέτοντας ωστόσο το «εφόσον θα κάνουμε κατά γράμμα τα όσα επιτάσσουν τα εναλλασσόμενα σχέδια καταστροφής». Αλλά, η κυβερνητική αυτή διαβεβαίωση ουδέν μπορεί, φυσικά, να σημαίνει, δεδομένου ότι απαιτούν από την Ελλάδα την υλοποίηση στόχων, που είναι αντικειμενικά απραγματοποίητοι. …εκτός κι αν η χώρα μας μεταβληθεί σε κρανίου τόπο, που ήδη οδεύει με γοργά βήματα προς τα εκεί.



Θέλω να υπογραμμίσω, σχετικά, ότι δεν υπάρχει πια ούτε ένας σοβαρός οικονομολόγος, εντός ή εκτός της Ελλάδας, και ούτε ένα σοβαρό οικονομικό έντυπο, που να υποστηρίζει ότι θα κατορθώσουμε να εξέλθουμε από τη σκοτεινή καταπακτή, όπου βρισκόμαστε με τα Μνημόνια και τα παρακλάδια τους. Αντιθέτως, ακόμη και ο άκρως συντηρητικός και νεοφιλελεύθερος Economist, τους τελευταίους μήνες υποστηρίζει με επιμονή την άμεση ανάγκη εγκατάλειψης αυτής της αδιέξοδης πολιτικής.



Από την πλευρά των ευρωπαίων εταίρων μας, θα ακούσατε βέβαια την Γερμανίδα Καγκελάριο, που πρόσφατα δήλωσε ότι «έκαναν λάθος στις εκτιμήσεις τους», και ότι «η ύφεση στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που υπολόγισαν». Είπε απλώς αυτό! Ωσάν να πρόκειται για απλά νούμερα επί χάρτου, οι χιλιάδες άνεργοι που αγγίζουν το εκατομμύριο, και που θα αυξηθούν με γεωμετρική πρόοδο αν έτσι συνεχίσουμε, τα χιλιάδες λουκέτα που μετατρέπουν την Ελλάδα σε χώρα ρημαγμένη και λεηλατημένη, η ανείπωτη δυστυχία και φτώχεια που πολλαπλασίασε τους άστεγους, αυτούς που κάνουν ουρά για ένα ημερήσιο πιάτο φαγητού, τα παιδιά μας που λιποθυμούν στα σχολεία από ασιτία, η κορύφωση των ανισοτήτων που έφθασαν στο 1% του πληθυσμού να κατέχει το 17% του ΑΕΠ. Αυτή την αγριότητα, που προκλήθηκε από την εφαρμογή αυτών των ανεκδιήγητων Μνημονίων.



Είναι ηλίου φαεινότερο, ήταν εξαρχής σαφές, ότι δεν βγαίνουμε από την κρίση, με αυτά τα αδιέξοδα, τα οδυνηρά, τα εξευτελιστικά, τα προσβλητικά, τα καταστρεπτικά προγράμματα, που εφαρμόζονται στον τόπο μας, ούτε σε 50 χρόνια από σήμερα. Δεν υπάρχει οικονομία που να τα κατάφερε κάτω από τέτοιες συνθήκες. Απλώς, χρεωνόμαστε συνεχώς περισσότερο, εξαθλιωνόμαστε στο έπακρον, και μεταλλασσόμαστε στην πρώτη ευρωπαϊκή αποικία της Ευρώπης.



Και να μην έχουμε αυταπάτες, να μην ενθουσιαζόμαστε αφελώς. Το ελληνικό πρόβλημα δεν εξαρτάται και δεν μπορεί να λυθεί με την απλή αλλαγή πρωθυπουργών. Αντιθέτως, αυτό που απαιτείται είναι η αλλαγή του μίγματος της μακροοικονομικής πολιτικής. Δεν πρέπει να έχουμε ουτοπίες. Οι εταίροι μας, ειδικά τώρα που κλυδωνίζεται ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, σαθρό και αρρωστημένο άλλωστε από τη γέννησή του, ουδόλως ασχολούνται με τη δική μας σωτηρία. Αντιθέτως, προσπαθούν να μεθοδεύσουν τρόπους εξοβελισμού μας από την ευρωζώνη, με το μικρότερο δυνατό κόστος, και άλλωστε το φιάσκο όπου οδηγείται το κούρεμα του δήθεν 50% του χρέους μας, οφείλει να μας ανοίξει επιτέλους τα μάτια. Αν τελικά περατωθεί η συμφωνία της 26 Οκτωβρίου, θα έχουμε το παράδοξο και το πρωτοφανές, το χρέος μας δηλαδή να διέπεται από το αγγλικό δίκαιο, και να μη σηκώσουμε κεφάλι, έστω κι αν βγούμε από το ευρώ και επιστρέψουμε στη δραχμή.



Εμείς χρειαζόμαστε, κατεπειγόντως, πρόγραμμα επιθετικής και ταχύρρυθμης ανάπτυξης, με δάνεια που να διατίθενται για ανάπτυξη και όχι να πηγαίνουν αυτούσια στους δανειστές, και που να προέρχονται και από εξωευρωπαїκές χώρες. Εμείς χρειαζόμαστε τη συμμετοχή του κάθε Έλληνα στην ανοικοδόμηση της ρημαγμένης πατρίδας μας και όχι τις εν ψυχρώ μαζικές απολύσεις 150-200 χιλιάδων εργαζομένων. Και, φυσικά, είναι εντελώς αδιάφορο αν αυτές οι ανθρωποθυσίες προέρχονται από τον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα, παρότι με γκεμπελικής έμπνευσης μεθόδους κατορθώθηκε ακόμη κι αυτό: δηλαδή ο ιδιωτικός τομέας να στραφεί εναντίον του δημόσιου τομέα.



Χρειαζόμαστε μισθούς και συντάξεις αξιοπρεπείς για μια ευρωπαϊκή οικονομία του 21ου αιώνα, και σε θέση να αναζωογονήσουν τη νεκρωμένη ενεργό ζήτηση, που αποτελεί τον κύριο μοχλό της ανάπτυξής μας. Χρειαζόμαστε συμφωνία για την αντιμετώπιση των χρεών μας, που να μην είναι λεόντεια. Δηλαδή, να εξαιρέσει από το χρέος το επαχθές και απεχθές τμήμα του. Δηλαδή, αυτό που κάνει μια οικονομία να αδυνατεί να εξασφαλίσει ένα ανεκτό κράτος πρόνοιας και που θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία και παιδεία της: ότι ακριβώς συμβαίνει δηλαδή στην Ελλάδα τους τελευταίους 20 περίπου μήνες. Συμφωνία, ακόμη, που να εξαιρεί το τμήμα εκείνο του χρέους, πολύ υψηλό στην περίπτωσή μας, που έχει ήδη και πλουσιοπάροχα αποπληρωθεί, μέσω τοκογλυφικών τόκων. Συμφωνία, επιπλέον, που να αφαιρεί, από το δικό μας χρέος, το τεράστιο χρέος της Γερμανίας, για τις ανείπωτες καταστροφές που αυτή προκάλεσε στην Ελλάδα στο διάστημα της γερμανικής κατοχής, στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Χρέος, που από πολλούς εκτιμάται σε τρισεκατομμύριο, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι κατώτερο από 172 δισεκ. ευρώ. Χρειαζόμαστε, ακόμη, γλώσσα επικοινωνίας που να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, και όχι να την παραποιεί με απροκάλυπτο τρόπο. Π.χ. δεν είναι δυνατόν, να εμφανίζονται ως μεταρρυθμίσεις, και μάλιστα απαραίτητες, από καιρό, οι απολύσεις χιλιάδων υπαλλήλων του δημοσίου, με το πρόσχημα ότι δήθεν ο δημόσιος τομέας μας τυγχάνει υπερμεγέθης, παρότι 3 επίσημες σχετικές έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το μέγεθός του βρίσκεται απολύτως στα όρια του αντίστοιχου μέσου ευρωπαϊκού. Επιτέλους, δεν μπορεί να είναι ίδια η αντιμετώπιση ενός αναποτελεσματικού και ενός υπερμεγέθους κράτους. Είναι απαράδεκτη αυτή η συνεχής προσπάθεια κέντρων εντός και εκτός της χώρας, για να μας πείσει ότι δήθεν η βάρβαρη εκποίηση της δημόσιας περιουσίας μας ισοδυναμεί με αξιοποίησή της. Δεν είναι δυνατόν να αποδεχόμαστε, ως εξυγιαντική δήθεν μεταρρύθμιση, την επάνοδο της αγοράς εργασίας μας, σε συνθήκες που επικρατούσαν στο σκοτεινό Μεσαίωνα. Πρέπει, τέλος, να πάψει η ευφάνταστη αλλά υψηλής επικινδυνότητας εφεύρεση απίθανων μορφών φόρων, όπως ο πρόσφατος επί των ακινήτων και γνωστός ως χαράτσι.



Β. Το δεύτερο σημείο, που θέλω απόψε να θίξω είναι εξαιρετικά τραυματικό. Αφορά το πώς και το γιατί φθάσαμε μέχρι εδώ, στο έσχατο δηλαδή σκαλοπάτι της αυτομαστίγωσης μας, της απαξίωσής μας, της εθνικής μας αναξιοπρέπειας, της σιωπηρής αποδοχής προσβλητικών, υποτιμητικών και αδιανόητων όρων και χαρακτηρισμών. Όπως είναι η εκχώρηση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, όπως είναι η συμφωνία για ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μας, και μάλιστα για ένα κομμάτι ψωμί, όπως είναι η ύπαρξη ανάμεσά μας Ελλήνων, που πρόθυμα υπογράφουν τέτοια Μνημόνια και ανατριχιαστικού περιεχομένου Μεσοπρόθεσμα, και που προσφέρονται ακόμη και ως εκτελεστές του ξεπουλήματος της Ελλάδας, με έωλες δικαιολογίες μονόδρομων, με αβάσιμες δικαιολογίες ότι δήθεν μόνο έτσι θα σωθούμε, και μόνο έτσι δήθεν θα τα καταφέρουμε.



Δε θα ασχοληθώ εδώ με ότι προηγήθηκε και μας οδήγησε στην καταστροφή. Όπως το αναπτύσσω στο βιβλίο μου, θεωρώ εγκληματική την υπογραφή, από ελληνικά χέρια, του αρχικού Μνημονίου, και όλων όσων ακολούθησαν…..προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου ότι αυτοί που τα υπέγραψαν, αλλά και οι βουλευτές που τα ψήφισαν, δεν έκαναν τον κόπο να τα μελέτησαν. Είναι η πιο παρήγορη ερμηνεία. Γιατί, εγώ, μελετώντας τα αδυνατώ να κλείσω μάτι. Και περιττό, φυσικά, να προσθέσω ότι στις διαπραγματεύσεις, που ουδέποτε έγιναν, διαθέταμε και εξακολουθούμε να διαθέτουμε σωρεία βάσιμων και εν πολλοίς αυταπόδεικτων επιχειρημάτων, για το ότι, παρά τα λάθη μας και τις ανάξιες κυβερνήσεις μας των τελευταίων κυρίως 30 ετών, το χρέος μας οφείλεται σε πολύ γενικότερα αίτια από αυτά που μας θέλουν ακαμάτες, ανίκανους, χαραμοφάγες και άλλα τινά. Αίτια, ακριβώς, που ήδη καταποντίζουν την Ευρώπη, της οποίας απλώς ήμασταν ο ασθενέστερος κρίκος.



Το θέμα τώρα είναι να βρούμε τρόπο να τα αφήσουμε πίσω μας όλα αυτά, και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει σωτηρία, αν μείνουμε στην τρόικα, στα Μνημόνια κλπ. Δεν υποστηρίζω, άλλωστε, κάτι που να μην είναι παγκοίνως γνωστό, αφού από όπου πέρασε το ΔΝΤ άφησε πίσω του στάχτη και ερείπια. Η, μήπως, δεν είναι έτσι;



Αλλά, για να μπορέσουμε να αντιδράσουμε, είναι απαραίτητο να απαλλαγούμε από σύνδρομα ότι δήθεν «για όλα φταίμε εμείς και τα ελαττωματικά μας κύτταρα». Απολύτως ανόητη πεποίθηση, γενικά αλλά και ειδικότερα τώρα, που όχι μόνο ολόκληρος ο ευρωπαϊκός Νότος καταποντίζεται, αλλά ακόμη και η Γαλλία βρίσκεται σε θανάσιμο κλοιό.



Αποτελεί, δυστυχώς, αναντίρρητο πια γεγονός ότι ο λαός μας έχει μολυνθεί από το δόγμα του Σοκ που τόσο σωστά περιγράφεται από τη Ναομί Κλάιν. Γιατί, πως αλλιώς να ερμηνεύσω αυτά που τόσο συχνά υποστηρίζουν συμπατριώτες μας, με περισπούδαστο μάλιστα ύφος; Ανάμεσα, δηλαδή, σε άλλα ότι «μα πώς να επιχειρήσουμε να αναπτυχθούμε, αφού εμείς δεν μπορούμε», ή «πως θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, αφού δεν παράγουμε τίποτε», ή «καλύτερα να έρθουν ξένοι να μας επιτηρούν, μια και εμείς δεν είμαστε ικανοί για τίποτε». Είναι, όντως, αυτή, η χειρότερη, η απεχθέστερη, η πιο επαίσχυντη πλευρά του προβλήματός μας. Ένας λαός, που δεν πιστεύει ότι διαθέτει δυνάμεις για να σωθεί, δεν έχει μέλλον. Εξαφανίζεται!



Στο βιβλίο που σήμερα παρουσιάζεται, προσπαθώ να αποδείξω την απόλυτη γελοιότητα ανάλογων αντιλήψεων, που άλλωστε ανατρέχουν σε πεποιθήσεις που υπενθυμίζουν επιχειρήματα περί της δήθεν υπεροχής της αρίας φυλής, καθώς και τις τραγικές συνέπειες στις οποίες κατέληξαν κατά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Βρίσκονται, ακόμη, στην ίδια ευθεία με την προσπάθεια κατηγοριοποίησης χωρών ως αλητήριων, παρειών, δολοφόνων κλπ., που έτσι προσπάθησαν να δικαιολογήσουν εντελώς αδικαιολόγητες πολεμικές συρράξεις και καταστροφές, στο διάστημα της τελευταίας δεκαετίας. Και, όμως, τέτοιες εγκληματικές ιδέες φαίνεται ότι έχουν, ύπουλα, εισέλθει στο πετσί μας. Να αναφέρω μερικές μόνο από τις επιχειρήσεις του δόγματος Σοκ, που έχουμε υποστεί, από τότε που ξέσπασε η κρίση. Καταρχήν, πρόκειται για την συνεχή επανάληψη και την πλήρη επικράτηση του προσβλητικού και υποτιμητικού χαρακτηρισμού ολόκληρου του ευρωπαϊκού Νότου με τα αρχικά PIGS, που σημαίνει γουρούνια. Σε υποσημείωση του βιβλίου μου αναφέρω, σχετικά, την πολύ καλή ανάλυση του Ευγενίου Τριβιζά, καθηγητή εγκληματολογίας στη Μ.Βρετανία, που εξηγεί το πως με ανάλογες μεθοδεύσεις και υποκοριστικά, όπως ζωύφια, παράσιτα κλπ. έγιναν ανεκτά εγκλήματα γενοκτονίας, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Β’ παγκόσμιου πολέμου. Κατά δεύτερο λόγο, χαρακτηριστήκαμε ως, εκ φύσης, τεμπέληδες- παρότι ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας μας είναι ο υψηλότερος στην ΕΕ-,ως αλκοολικοί, αν και το ποσοστό των αλκοολικών μας είναι χαμηλό, ως λαός που επιδίδεται εκ συστήματος στην αλλοίωση στατιστικών στοιχείων, προκειμένου να καταλάβει θέση που δε δικαιούται, αν και φυσικά ο λαός δεν είχε ιδέα, ενόσω η παραποίηση αυτή λάμβανε χώρα από την τότε κυβέρνηση Σημίτη, με τη συνδρομή του τότε διοικητή της Τ.Ε. και νυν πρωθυπουργού μας, και της γνωστής μας Goldman Sachs, την κατεξοχήν τράπεζα που κερδοσκοπεί σε βάρος μας, πραγματοποιώντας υπερκέρδη.



Και να συνεχίσω, ερμηνεύοντας την άκρως επικίνδυνη αυτή κατάπτωση του ηθικού μας, με τη δήλωση του πρ. πρωθυπουργού μας, που έγινε μάλιστα στο εξωτερικό, ότι δήθεν «κυβερνά έναν διεφθαρμένο λαό», ότι δήθεν «είμαστε Τιτανικός που καταβυθίζεται». Ακόμη, και εντελώς πρόσφατα, με όλο αυτό το όντως ανεπίτρεπτο κύμα πανικού και τρομοκρατίας, που μας περιβάλλει, κάθε φορά που πρόκειται να μας δοθεί δόση δανείου η να ληφθεί μια επιπλέον εθνικά ατιμωτική απόφαση, με κραυγές ότι δήθεν «δεν έχουμε χρήματα για μισθούς και συντάξεις», με προειδοποίηση ότι δήθεν «μας πετούν από το ευρώ στο πυρ το εξώτερο». Ότι δήθεν «χρεοκοπούμε», ενόσω φυσικά είμαστε εδώ και καιρό χρεοκοπημένοι, αλλά μας διατηρούν τεχνητά στην επιφάνεια. Όχι φυσικά γιατί θέλουν να μας σώσουν, αλλά επειδή μας χρησιμοποιούν ως πειραματόζωο. Επιχειρούν, δηλαδή, εμείς, το 2,5% του συνολικού ευρωπαϊκού χρέους, να σώσουμε το ευρώ που φαίνεται ότι χάνεται.



Αν το καλοσκεφθούμε, εκ των υστέρων, φαίνεται πράγματι, απίστευτο το ότι η ΕΕ δεν κατόρθωσε να σώσει τη λιλιπούτεια Ελλάδα, όσο ήταν ακόμη καιρός, και τα πράγματα ήταν πανεύκολα, αλλά αντιθέτως μετέτρεψε σε παγόβουνο ένα ασήμαντο πρόβλημα. Πως, λοιπόν, να μη σκέπτεται κανείς το περιεχόμενο άρθρου της Monde, πριν μήνα περίπου, με τον τίτλο «Αυτά τα παιδάκια-ces gamins- που κυβερνούν την Ευρώπη»!



Γ. Το τρίτο και τελευταίο σημείο στο οποίο θα αναφερθώ είναι το θρίλερ της επιστροφής μας στη δραχμή. Έχουν ανοίξει δημοσκοπήσεις, σε διάφορα διεθνή οικονομικά περιοδικά, και καταγράφουν ψήφους για το μέσα ή έξω από το ευρώ, για την Ελλάδα.



Πρόκειται, βέβαια, εν πολλοίς για ψευδοπρόβλημα. Γιατί, πρώτον δεν θα υπάρχει δίλημμα, αν στο προσεχές μέλλον διαλυθεί η ευρωζώνη εις τα εξ ων συνετέθη, πιθανότητα που ουδόλως πια αποκλείεται. Γιατί, δεύτερον, οι προειδοποιήσεις προς το μέρος μας, ότι οι εταίροι μας επεξεργάζονται σχέδια επί σχεδίων για να απαλλαγούν από μας, γίνονται ολοένα και πιο ξεκάθαρες. Και γιατί τρίτον, επειδή οι πιθανές μεταλλάξεις της ευρωζώνης, όλες πάντως κάτω από τη βαριά γερμανική μπότα, είναι πολύ συζητήσιμο αν μας αφήνουν αντικειμενικά περιθώρια παραμονής μας εκεί.



Έχει, ωστόσο, καταληφθεί από τρόμο και πανικό το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων, αναμασώντας χωρίς βάση και χωρίς συνοχή τα όσα φρικώδη μας αναμένουν, αν επιστρέψουμε στη δραχμή. Και, ουσιαστικά, έχουμε χωριστεί σε δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις: σ’ αυτούς εναντίον της δραχμής και στους άλλους υπέρ. Αλλά, το πρόβλημα κακώς, κάκιστα κατά την κρίση μου, τίθεται με τόσο απλοϊκό τρόπο, που επιπλέον είναι και πολύ επικίνδυνος, γιατί μας κάνει να παραμένουμε αδρανείς και να μη σχεδιάζουμε αντιμετώπιση εναλλακτικών καταστάσεων, κάτι που είναι απολύτως απαραίτητο για στοιχειωδώς σοβαρό κράτος.



Αναντίρρητα, με την υπόθεση διατήρησης της ευρωζώνης, η αποπομπή ή η έξοδός μας από το ευρώ δεν μπορεί να εμφανιστεί ως επιλογή μας. Συνδέεται, πράγματι, με κινδύνους προβλεπόμενους και μη, και θα είναι ασφαλώς μια πολύ δυσάρεστη περιπέτεια. Αλλοίμονό μας όμως, γιατί η πραγματικότητα είναι ότι η χώρα μας δεν αντιμετωπίζει μόνο αυτό τον κίνδυνο. Αντιθέτως, από τη άλλη πλευρά βιώνουμε αυτό το ασήκωτο δράμα, μιας χώρας που ψυχορραγεί, που μ’αυτό το συνονθύλευμα που την υποχρεώνουν να εξυπηρετεί, δεν έχει μοίρα στον ήλιο, που είναι σίγουρο ότι δε θα δει αχτίδα φωτός για δεκαετίες, που της αφαιρείται βάρβαρα η ιδιότητα του κυρίαρχου κράτους με όλα όσα συνεπάγεται αυτό, που καταδικάζεται να ζει σε καθεστώς αέναης και σκληρής λιτότητας, που της αποκλείεται η αναπτυξιακή διάσταση, που οι απόγονοί της, ακόμη και πολύ μακρινοί θα υποχρεώνονται να αναζητούν την τύχη τους εκτός των ορίων της Ελλάδας, που αυτή η πατρίδα μας θα γίνει ΑΠΟΙΚΙΑ η ΕΛΛΑΣ.



Όχι, η επιστροφή στη δραχμή δεν μπορεί να είναι επιλογή μας. Αλλά…..η παραμονή μας στο ευρώ με τις συνθήκες που βιώνουμε και που δρομολογούνται συνεχώς επιδεινούμενες, για απεριόριστο βάθος χρόνου, δεν μας αφήνουν ελπίδα καμιά. Κι από την άλλη πλευρά, το πήδημα στο κενό προς τη δραχμή έχει μέσα του ελπίδα, υπόσχεται φως, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις. Είναι γεγονός ότι η κατοχή ενός κυρίαρχου εθνικού νομίσματος προσφέρει σημαντική γκάμα δυνατοτήτων. Αν προετοιμαστούμε με προσοχή, και για το ενδεχόμενο αυτό, και πάνω απ’ όλα αν πάψουμε να φερόμαστε ως λαός ειδικών αναγκών, που δεν μπορεί….δεν είναι σε θέση, δεν πιστεύει στον εαυτό του και συνεχίζει να αυτομαστιγώνεται, ίσως μπορέσουν να αλλάξουν πολλά.



Και, άλλωστε, η επιστροφή στη δραχμή ήταν από την αρχή ένα ισχυρότατο όπλο μας, ακριβώς για να παραμείνουμε στην ευρωζώνη, εξασφαλίζοντάς μας όμως ανθρώπινους και πραγματοποιήσιμους όρους και, πάνω απ’ όλα την ανάπτυξη, που αποκλείεται τώρα. Το όπλο αυτό που μπορεί να εκφραστεί ως «ο Γιάννης τρέμει το θεριό και το θεριό το Γιάννη» είναι ακόμη, διαθέσιμο αν και ολοένα πιο εξασθενημένο. Πρέπει, λοιπόν, να βιαστούμε, αν θέλουμε να σωθούμε….εμείς, οι απόγονοί μας, η Ελλάδα μας.























Reviewed by Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη on Νοεμβρίου 24, 2011 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια