ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ


(από το τελευταίο βιβλίο μου)

Ημερίδα ΤΕΙ Μεσολογγίου 11/11.2011



Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη

---------------------------------------------------------------------------------------------------------



Θέλω, καταρχήν να ευχαριστήσω θερμά τους συναδέλφους του ΤΕΙ Μεσολογγίου για τη πρόσκλησή τους να λάβω μέρος στο συνέδριο, που σήμερα αρχίζει με τόσο επίκαιρο θέμα. Εύχομαι, λοιπόν, λαμπρή επιτυχία στο συνέδριο και εξαγωγή εποικοδομητικών και ωφέλιμων συμπερασμάτων για την Ελλάδα.

Όπως είχαμε μείνει σύμφωνοι, η δική μου συμβολή στο συνέδριό σας θα είναι η παρουσίαση των βασικών κατευθύνσεων και συμπερασμάτων, που απορρέουν από το νέο βιβλίο μου, που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Όλη η αλήθεια για χρέος και ελλείμματα και πως θα σωθούμε». Ωστόσο, μετά την εξαιρετική παρουσίαση των απόψεων, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο μου, από το συνάδελφο κ. Βαγγέλη Πολίτη- Στεργίου, θα πρέπει να αποφύγω επαναλήψεις και να αρκεστώ στην προσπάθεια υπογράμμισης και συμπλήρωσης ορισμένων σημείων.



Θα προσπαθήσω, λοιπόν, να σας εκθέσω τις σκέψεις μου σχετικά με την υφή του προβλήματος, που αντιμετωπίζουμε και ποιες διεξόδους έχουμε στη διάθεσή μας.



Η φρικτή αλήθεια είναι ότι κάθε ημέρα η κατάστασή μας γίνεται χειρότερη, είμαστε σε μια καταπακτή και δε βλέπουμε φως, και το κυριότερο είμαστε χωρίς ελπίδα. Πρέπει, λοιπόν, να βγούμε όσο πιο γρήγορα γίνεται στο φως κι αυτό αποκλείεται αν εξακολουθήσουμε να λειτουργούμε ως Τιτανικός έτοιμος να φουντάρει στο βυθό, ως βαριά ασθενείς που βρίσκονται στην εντατική ή ακόμη ως ένας λαός βαθιά διεφθαρμένος.



Συνοπτικά, θέλω να τονίσω ότι, βεβαίως, δεν φταίει ο ελληνικός λαός για όσα μαρτύρια του επιβάλλονται. Θα μπορούσε μόνο να κατηγορηθεί επειδή τίμησε με την ψήφο του τις ανάξιες και επικίνδυνες κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών. Το ερώτημα είναι αν σε ένα πολιτικό σύστημα τόσο έντονα δικομματικό ο λαός θα μπορούσε να βρει άλλη λύση. Να προσθέσω, ακόμη, ότι οι μη αποτελεσματικές και διεφθαρμένες κυβερνήσεις στην εξουσία δεν αποτελούν ελληνικό μονοπώλιο καθώς σε ολόκληρη την υφήλιο εμφανίζεται το ίδιο, περίπου, πρόβλημα. Ωστόσο, παρά τα πολύ σοβαρά σφάλματα των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων 30 ετών, σαφέστατα δεν είναι τα μόνα και ίσως ούτε τα κυρίαρχα, αυτά που μας έφεραν στο σημείο μηδέν, όπου τώρα βρισκόμαστε



Στο πρώτο Μέρος της εισήγησής μου, θα αναφερθώ στις όψεις του ελληνικού δράματος και στο δεύτερο Μέρος στο πως θα σωθούμε.











Ι. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ



Σαφέστατα, δεν φθάσαμε εδώ επειδή είμαστε ένας τεμπέλης, διεφθαρμένος και ανάξιος λαός, όπως προσπάθησαν και εξακολουθούν να προσπαθούν να μας πείσουν οι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι εντός και εκτός της Ελλάδος. Ωστόσο, από τη στιγμή που ολόκληρος ο ευρωπαϊκός Νότος καταποντίζεται, και μέσα σ’ αυτόν και το χαϊδεμένο παιδί των νεοφιλελεύθερων η Ιρλανδία, θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να φταίει η Ελλάδα για όλα και ότι επιβάλλεται να αναζητηθούν και άλλες σοβαρότερες ερμηνείες, όπως:



1) Ο πρώτος ένοχος που μας οδήγησε στην καταστροφή είναι άυλος, γιατί πρόκειται για μια φανατική ιδεολογία, γνωστή ως νεοφιλελευθερισμός. Πρόκειται για το σύστημα, που αφού επικράτησε στην υφήλιο, μετά το ’80, χάρη στην κυρία Θάτσερ και τον κύριο Ρήγκαν, προκάλεσε τη δεύτερη μεγάλη οικονομική κρίση του 2007, με τους ίδιους άλλωστε τρόπους που προκάλεσε και την πρώτη του 1929.

Εξακολουθούν, ωστόσο, οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού, και μάλιστα οι πιο φανατικοί ανάμεσά τους, να κατέχουν θέσεις-κλειδιά στην υφήλιο, και να υπαγορεύουν λύσεις για την αντιμετώπιση των καταστροφών που οι ίδιοι προκάλεσαν:

Να υπενθυμίσω, πολύ σύντομα, τις κυρίαρχες απόψεις των φανατικών νεοφιλελεύθερων:

*Η οικονομία αυτορυθμίζεται, χάρη στα αόρατα χέρια που, αυτόματα, αποκαθιστούν την ισορροπία. Συνεπώς, η όποια κρατική παρέμβαση όχι μόνο είναι περιττή, αλλά και βλαβερή δεδομένου ότι εξ’ ορισμού το Κράτος είναι κακό, διεφθαρμένο και αναποτελεσματικό.

*Η ανεργία είναι ηθελημένη, γιατί οι άνεργοι δεν επιθυμούν να εργαστούν με το μισθό που εκάστοτε τους προσφέρεται-είναι άπληστοι και τεμπέληδες.

*Ο ασπονδότερος εχθρός των νεοφιλελεύθερων είναι το Κράτος, και κυρίως το Κράτος Πρόνοιας, που πρέπει να εξαφανιστεί από προσώπου Γης.

*Ο μόνος τρόπος αύξησης της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας είναι ο περιορισμός των μισθών.



Με τις αναπόδεικτες, όσο και επικίνδυνες αυτές υποθέσεις των νεοφιλελεύθερων πορεύθηκε η οικονομία μετά το 1980 και μέχρι το 2007 που ξέσπασε η κρίση. Κρίση, όχι μόνο οικονομική, αλλά και κοινωνική, και ηθική, και πολιτική, και θεσμική. Και σ’ αυτές ακριβώς τις αναπόδεικτες υποθέσεις βασίζεται το απάνθρωπο και αδιέξοδο σχήμα που μας επιβάλλει η τρόικα με τα Μνημόνια Ι και ΙΙ, τις δανειακές συμβάσεις και όλο το απερίγραπτο συνονθύλευμα .



Η εφαρμογή ακραίων μορφών νεοφιλελευθερισμού, ενθάρρυνε, ανάμεσα και σε άλλα, τις τράπεζες να αναλαμβάνουν παράλογα υψηλούς κινδύνους με την αφελή υπόθεση ότι τα αόρατα χέρια αυτορρυθμίζουν την αγορά. Όταν, ωστόσο, ήρθε η καταστροφή, οι τράπεζες δεν δίστασαν να ζητήσουν τη σωτηρία τους από το δήθεν κακό, αναποτελεσματικό και διεφθαρμένο Κράτος, που έπρεπε, κατά τους νεοφιλελεύθερους να εξαφανιστεί. Και η σωτηρία των τραπεζών βασίστηκε στις οικονομίες των φορολογουμένων. Τα κέρδη λοιπόν ατομικά, ενώ τα χρέη συλλογικά. Αξίζει, ακόμη, να αναφέρω την επίδραση που άσκησε αυτή η ιδεολογία στις επιλογές ορισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανά την υφήλιο, που κατέληξαν στο να εκπαιδεύουν ειδικούς, που δεν αισθάνονται διόλου υπεύθυνοι απέναντι στην κοινωνία αλλά εξομοιώνονται με τα συμφέροντα των μετόχων. Η αναζήτηση του μέγιστου δυνατού κέρδους με κάθε τρόπο, ακόμη και επί πτωμάτων είχε, έτσι, νομιμοποιηθεί ενώ η ανάπτυξη και ο πλουτισμός των οικονομιών δεν ήταν διόλου απαραίτητο να συμπίπτουν με την ευημερία των λαών τους. Κορυφώθηκαν έτσι οι ανισότητες της κάθε μορφής, με αποκλεισμό από την πρόοδο ενός ολοένα μεγαλύτερου τμήματος των πολιτών. Αυτή η ανήθικη φιλοσοφία επεκτάθηκε ταχύτατα στις σύγχρονες οικονομίες και με τη βοήθεια της ανερχόμενης σημασίας των χρηματιστηριακών δραστηριοτήτων και της κερδοσκοπίας στις σύγχρονες οικονομίες κατέκλυσε την υφήλιο.



2) Συνένοχος, επίσης, είναι και η πρόωρη είσοδός μας στην ΕΕ, και στην Ευρωζώνη, που κατέληξε, όπως θα έπρεπε εξαρχής να αναμένεται, σε πολυσχιδές πλέγμα σχέσεων εκμετάλλευσης του φτωχού Νότου από τον πλούσιο Βορρά.

Οι εμφανείς αυτοί κίνδυνοι, όμως, δεν μας απασχόλησαν, δυστυχώς, όταν συζητούσαμε την είσοδό μας στην ΕΕ και αργότερα στην Ευρωζώνη, επειδή ήμασταν πολύ υπερήφανοι που μας έκαναν δεκτούς στην Ευρώπη…. σ’ αυτήν την Ευρώπη που θεμελιώθηκε με το δικό μας πολιτισμό.

Όπως είναι γνωστό οι ιδρυτές της ΕΕ υποσχέθηκαν σύγκλιση ανάμεσα στις λιγότερο αναπτυγμένες και στις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες. Ωστόσο, όχι μόνο η σύγκλιση αυτή, ουδέποτε υλοποιήθηκε, αλλά επιπλέον διευρύνθηκαν και οι αρχικές αναπτυξιακές διαφορές ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Δηλαδή, οι ισχυρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες πλούτισαν σε βάρος των ασθενέστερων. Συγκεκριμένα, η Γερμανία που ήταν η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, στην έναρξη της ΕΕ, ήταν και αυτή που τελικά επωφελήθηκε περισσότερο από όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ από την Ένωση, και από το ευρώ, εμφανίζοντας για το 2009 εμπορικό πλεόνασμα της τάξης των €122,4 δισεκατομμυρίων. Εξυπακούεται ότι το αντιφέγγισμα αυτού του γερμανικού εμπορικού πλεονάσματος είναι το μόνιμο εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδος, καθώς και ολόκληρου του ευρωπαϊκού Νότου. Αυτή η ανισορροπία υπήρξε το αποτέλεσμα του ταχύτερου ρυθμού ανάπτυξης και του υψηλότερου ρυθμού πληθωρισμού του ευρωπαϊκού Νότου, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό Βορρά. Και όχι μόνο, αλλά η περίφημη Συνθήκη Σταθερότητας εφαρμόστηκε, πάγια, σε βάρος των λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών-μελών, δεδομένου ότι Γερμανία και Γαλλία έδωσαν στον εαυτό τους το δικαίωμα να το εφαρμόζουν όταν τις συνέφερε, δηλαδή à la carte.

Τελικά η Γερμανία ανέλαβε σιωπηρά και τα ηνία της διακυβέρνησης της ΕΕ, βυθίζοντάς την σε καθεστώς μόνιμης ύφεσης, διαρκούς ανεργίας, πρωτόγνωρων μορφών ανισότητας και μερκαντιλιστικής νοοτροπίας. Η Ευρώπη προώθησε, έτσι, μια νέα μορφή καπιταλισμού, με λιγότερους εργαζόμενους και χαμηλότερη παραγωγή καταναλωτικών αγαθών.

Αντιθέτως, η Ελλάδα που ήταν η πιο αδύναμη οικονομία της Ένωσης, τη στιγμή της ένταξής της, εξακολουθεί να παραμένει η ασθενέστερη 30 χρόνια αργότερα. Να αναφέρω, σχετικά, έναν κατεξοχήν αντιπροσωπευτικό δείκτη, για τη μέτρηση του βαθμού ανταγωνιστικότητας των οικονομιών: δηλαδή, το ποσοστό συμμετοχής μιας χώρας στο διεθνές εμπόριο. Αυτό, το 1990 ήταν για την Ελλάδα 0,23% και έπεσε στο 0,16% το 2009. Στο ίδιο αυτό έτος, το 2009, η Ελλάδα πραγματοποίησε από τη Γερμανία εισαγωγές αξίας €6,1 δις, ενώ η αξία των ελληνικών εξαγωγών προς τη Γερμανία ήταν μόνο €1,7 δις.

Να προσθέσω, ακόμη, ότι χάρη στην ευκολία δανεισμού, με πολύ χαμηλό επιτόκιο, σε συνδυασμό και με την παγκοσμιοποίηση, που εξασφάλιζε απόλυτη ελευθερία συναλλαγών, πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα μια, χωρίς προηγούμενο, καταστροφή της παραδοσιακής μας παραγωγής, με αποτέλεσμα το 2011 η γεωργική παραγωγή να συμβάλλει στο ΑΕΠ μόνο κατά 3.4%.

Το 1981 σε βιβλίο μου για τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας έκανα την ακόλουθη προειδοποίηση: «σ. 479….δεν θελήσαμε να καταλάβουμε ότι το συμφέρον μας είναι να γίνουμε τακτικό μέλος της Κοινότητας μόνο αφού θα έχουμε προχωρήσει αρκετά στην εξυγίανση της οικονομικής μας διαρθρώσεως…..γιατί τα οποιαδήποτε οφέλη, που θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει η ένταξη δεν θα αντιστάθμιζαν ποτέ την οριστική απώλεια της δυνατότητας εξυγιάνσεως της οικονομίας μας. Αυτή θα έμενε (θα μείνει) πάντα στο περιθώριο των αναπτυγμένων οικονομιών». Δυστυχώς, είχα δίκαιο!



3) Η πρόκληση της κρίσης





Από την Ελλάδα άρχισε η κρίση χρέους που επεκτάθηκε, στη συνέχεια, σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο. Ωστόσο, πλήθος χαρακτηριστικών αυτής της κρίσης συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι αυτή προκλήθηκε, αν και ήταν απολύτως δυνατόν να είχε αποφευχθεί (όπως αναπτύσσω εκτενώς στο τελευταίο βιβλίο μου «Όλη η Αλήθεια για το Χρέος και τα Ελλείμματα….»).

Η κρίση αυτή ήταν σε μεγάλο βαθμό συνέπεια της δεύτερης μεγάλης οικονομικής κρίσης του 2007, δεδομένου ότι πριν από το ξέσπασμά της τα δημόσια ελλείμματα στην Ευρωζώνη ήταν μόνο 0,6% του ΑΕΠ της, ενώ αμέσως μετά ανέβηκαν στο 6,3% αντίστοιχα.

Τα ελλείμματα, εξάλλου, στο σύνολο της ΕΕ, αλλά ιδιαίτερα και στην Ελλάδα, ενισχύθηκαν σημαντικά από τη σαφή στροφή, που άρχισε από τις ΗΠΑ του προέδρου Μπους, για μείωση των φορολογικών συντελεστών. Εκτός από την δυσμενέστατη επίδραση, που είχε αυτό το μέτρο, στην κατανομή του εισοδήματος, ήταν καταστρεπτικό για την Ελλάδα, με την τόσο σημαντική φοροδιαφυγή. Αλλά, και η επί μακρόν διατήρηση των επιτοκίων, σε τόσο χαμηλό επίπεδο, που συχνά δεν κάλυπτε τον πληθωρισμό ενθάρρυνε τη δημιουργία ελλειμμάτων.

Έτσι, βιώσαμε τα χειρότερα, και σε πρώτη ματιά τα πιο δυσεξήγητα, όταν ξέσπασε η ελληνική κρίση χρέους. Εκεί φάνηκε ότι όχι μόνο δεν υπήρχε ίχνος αλληλεγγύης στο εσωτερικό του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά και ότι δεν είχε ληφθεί πρόνοια για την αντιμετώπιση κρίσεων, προφανώς επειδή η ΕΕ ήταν αφελώς πεπεισμένη ότι οι αγορές αυτορυθμίζονται, με βάση το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Έτσι, το διευθυντήριο της ΕΕ έδωσε για εβδομάδες την εντύπωση ότι βρίσκεται σε κατάσταση ανεξέλεγκτου πανικού, πλήρους αμηχανίας και εγκληματικής αδράνειας, σε κατάσταση δηλαδή ιδανική για την πρόσκληση των πιο αδίστακτων κερδοσκόπων της υφηλίου, που ανενόχλητοι μας απομυζούσαν και μας αποτελείωναν.

Παράλληλα, περνούσαν ποικιλοτρόπως και σε καθημερινή βάση πολυάριθμα σενάρια τρομοκρατίας, για τη δήθεν επιδρομή τεράτων της Αποκάλυψης, που έπαιρναν τη μορφή χρεοκοπίας, αποπομπής μας από την ΕΕ και την Ευρωζώνη, αδυναμίας του ελληνικού κράτους να καταβάλει μισθούς και συντάξεις, ανάγκης πώλησης ελληνικών νησιών ή και ελληνικών μνημείων και άλλων τινών. Και έτσι υπογράφηκε το τραγικό, για την επιβίωσή μας, και επαίσχυντο Μνημόνιο, χωρίς να προηγηθεί η παραμικρή διαπραγμάτευση. Κι έτσι, εκχωρήσαμε στους δανειστές-εταίρους μας την ελευθερία μας, την αξιοπρέπειά μας, το σύνολο του δημόσιου πλούτου, αλλά και την εθνική μας κυριαρχία. Και, ακριβώς, έτσι απειλείται να συνεχίσει και το Μνημόνιο ΙΙ.

Ωστόσο, ήταν εξαιρετικά απλό να αποφύγουμε την καταστροφή. Αν, δηλαδή, από την πρώτη στιγμή, κάποιος επικεφαλής της ΕΕ έβγαινε και έκανε μια δήλωση, όπως λ.χ. «στηρίζουμε σε όλα το μέλος μας την Ελλάδα», το πρόβλημα θα είχε λυθεί, τουλάχιστον, σε ότι αφορούσε την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία. Δεν θέλησαν όμως να το κάνουν και όχι μόνο, αλλά παράλληλα οι λεπτομερείς καθημερινές και πρωτοσέλιδες δηλώσεις, σχετικά με το πόσο κακή είναι η δημοσιονομική μας κατάσταση, πόσο αναξιόπιστος και άχρηστος λαός είμαστε, πόσο δεν έχουμε μοίρα στον ήλιο, τροφοδοτούσαν με παχυλά περιθώρια τα spreads. Tο ερώτημα είναι γιατί οι ευρωπαίοι εταίροι μας βοηθούμενοι και από τους φίλους μας Αμερικανούς, επέλεξαν την έσχατη των ποινών για μας.

Η δικαιολογία που έντεχνα πλανάται είναι ότι η Ευρώπη πανικοβλήθηκε για την αποσταθεροποίηση, που θα μπορούσε να προκαλέσει η ελληνική κρίση στο ευρώ. Δικαιολογία, ωστόσο, που δεν μπορεί να σταθεί. Πράγματι, το λιλιπούτειο μέγεθος της ελληνικής οικονομίας, που εκπροσωπεί το 2,6% της οικονομίας της Ευρωζώνης και το 4% περίπου του συνολικού χρέους δεν ήταν ικανό να προκαλέσει πανικό και φόβους αποσταθεροποίησης του ευρώ. Και αν, πράγματι, το πρόβλημα της ΕΕ ήταν τα ελλείμματα και τα χρέη των κρατών-μελών της, κι αν πράγματι φοβόταν αποσταθεροποίηση μέσω αυτών, το λογικό θα ήταν να αρχίσει με την Ισπανία, της οποίας το τεράστιο μερίδιο στο χρέος (περισσότερο από €1τρισεκατομμύριο) θα μπορούσε να είναι πράγματι απειλητικό.

Αλλά, κι αν ακόμη δεχθούμε, ότι το διευθυντήριο της ΕΕ ανησυχούσε πράγματι, ειδικά για τα δικά μας ελλείμματα και χρέη, παραμένει το βασανιστικό ερώτημα του γιατί και πως το ΔΝΤ εμφανίστηκε ως η μοναδική διέξοδος, και δεν αναζητήθηκαν ηπιότερες, αλλά και αποτελεσματικότερες λύσεις, όπως επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης του χρέους, όπως αναζήτηση δανείων με όρους μη τοκογλυφικούς, ακόμη και εκτός Ευρώπης, όπως ακόμη και ένα ελαφρό hair-cut (=κούρεμα) του χρέους μας. Και, ακόμη, γιατί δεν έγινε καμιάς μορφής διαπραγμάτευση, αν και αναλαμβάναμε να υποστούμε πλήθος απάνθρωπων θυσιών. Δεν θα ήταν τραγικό αν απαιτούσαμε, από την αρχή, τη μείωση του χρέους, δεδομένου ότι ένα αρκετά σημαντικό τμήμα του έχει ήδη καταβληθεί στους τοκογλύφους και τους κερδοσκόπους, που ας μη γελιόμαστε, πρόκειται για τις μεγαλύτερες τράπεζες της υφηλίου, αμερικανικές και ευρωπαϊκές. Πράγματι, με βάση εκτιμήσεις, οι τόκοι εκπροσωπούν €211 δις, σε συνολικό – προς το παρόν- δάνειο €360 δις..



Από την αρχή, βέβαια, φάνηκε περίεργη αυτή η απότομη αφύπνιση των εταίρων μας για τα δημοσιονομικά μας προβλήματα….λες και ζούσαν ως τότε σε άλλο πλανήτη και λες και ξυπνώντας ένα πρωί διαπίστωσαν, έτσι ξαφνικά, ότι το ελληνικό χρέος απειλεί με κατάρρευση το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και στη συνέχεια, χωρίς δισταγμό, ως λύση έτοιμη από καιρό, πέταξαν το μέλος τους, την Ελλάδα, για να γίνει βορά των ακόρεστων θηρίων, του ΔΝΤ. Να μη σηκώσει κεφάλι, η Ελλάδα, για τουλάχιστον 30 χρόνια από σήμερα. Να αναπτύξει, όπως προκύπτει από το ιστορικό όλων των οικονομιών που ρίχνονται στα νύχια του ΔΝΤ, πάνω από 20% ανεργία, πτώση του ΑΕΠ της πάνω από 10%, φτώχεια που ξαπλώνεται και στη μεσαία τάξη, αφόρητη ανασφάλεια, κορύφωση της εγκληματικότητας και κοινωνικό χάος. Να καταστρέψει, εντελώς την παιδεία της και το κράτος Πρόνοιάς της. Να καταποντίσει τους μικρομεσαίους, και να κομματιάσει κάθε μορφή κοινωνικής συνοχής.



Αυτό είναι το ΔΝΤ και έτσι λειτουργεί πάντα. Κι αυτό, γιατί έτσι εκτελεί τα καθήκοντά του, ως όργανο αποκλειστικά των πιστωτών, που αδιαφορεί πλήρως για την τύχη των λαών που πέφτουν στα νύχια του. Στην οικτρή αυτή κατάσταση που βρισκόμαστε, οι λίβελοι εναντίον μας, μέχρι να απορροφηθούμε από το Μνημόνιο, ως λαός διεφθαρμένος, ανίκανος, αλκοολικός, κρατικοδίαιτος και αναξιόπιστος αντικαταστάθηκαν ήδη από εμπαιγμούς. Αναφέρομαι, ειδικότερα, στις σοβαροφανείς συζητήσεις περί της δήθεν ανάγκης τα μέτρα να αποκτήσουν και αναπτυξιακή διάσταση! Μοιάζει, αλήθεια, με κακόγουστο ανέκδοτο αυτή η αναπτυξιακή διάσταση σε μια οικονομία που αργοπεθαίνει μέσα στο ζοφερό περιβάλλον βαθύτατης ύφεσης.



Και το χειρότερο είναι ότι η Ελλάδα έσυρε το χορό του Ζαλόγγου, παρασύροντας στην άβυσσο του ΔΝΤ και άλλες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου.



Αναντίρρητα είναι βαρύτατες και οι ευθύνες όλων των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, αδιάφορο αν επέλεγαν να εμφανίζονται με σοσιαλιστικές ή συντηρητικές ταμπέλες. Και, βέβαια, μετά από τις αποκαλύψεις του Ντομινίκ Στρος Καν, έχει πλήρως καταρρεύσει η όποιας μορφής δικαιολογία ότι δήθεν η τελευταία κυβέρνηση κατελήφθη εξ απήνης και πανικοβλήθηκε. Αντιθέτως, αποκαλύπτεται, ότι ο πρωθυπουργός μας γνώριζε από τον Ιανουάριο του 2009 την κακή δημοσιονομική μας κατάσταση, αλλά βέβαια και το ότι δεν υπήρχαν λεφτά, όπως επίσης την κατάσταση αυτή γνώριζαν, εδώ και δεκαετίες, οι ηγέτες της ΕΕ, σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση του Jean-Claude Junger, ηγέτη του eurogroup. Απέφευγαν, όμως, να προβούν σε διορθωτικές κινήσεις, που απειλούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τις σημαντικές εξαγωγές τους, προς την Ελλάδα, κυρίως πολεμικού υλικού, που είτε δεν το είχαμε ανάγκη, είτε δεν ήταν πάντοτε καλής ποιότητας.



Ένα χρόνο μετά την έναρξη του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδος, ουδείς πλέον αρνείται την παταγώδη αποτυχία του. Το Μνημόνιο επιδείνωσε αφόρητα την ήδη κρίσιμη κατάσταση και εκτιμάται ότι αύξησε το χρέος κατά περίπου €60 δις, χωρίς να κατορθώσει να υλοποιήσει ούτε έναν από τους αρχικούς του στόχους. Και τα ακόμη χειρότερα προβλέπονται με το Μεσοπρόθεσμο. Η οικονομία καταρρέει, η κοινωνία διαλύεται, η αγορά εργασίας εξαθλιώνεται, η ανεργία πλησιάζει το εκρηκτικό ποσοστό του 20% του ενεργού πληθυσμού, τα λουκέτα στις επιχειρήσεις πολλαπλασιάζονται, τα κρατικά έσοδα, παρά τις αιματηρές περικοπές μισθών και συντάξεων καταποντίζονται, ο κάθε πολίτης της χώρας έχει γίνει φτωχότερος μεταξύ του 2008-2011 κατά €1623 σε σταθερές τιμές, και συνεχίζεται η κατρακύλα. Οι προβλέψεις των πολιτών είναι στο ναδίρ. Επιπλέον, δεν υπάρχει πια ούτε ένα έγκυρο οικονομικό έντυπο, διεθνώς, που να υποστηρίζει την παντελώς αναποτελεσματική πολιτική του Μνημονίου. Ακόμη και ο άκρως νεοφιλελεύθερος Economist, στα τελευταία του τεύχη υποστηρίζει την κατεπείγουσα ανάγκη αναθεώρησης της οικονομικής στρατηγικής στην Ελλάδα, και όχι μόνο, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη του Νότου. Δεν υπάρχει ούτε ένας σοβαρός αναλυτής, Έλληνας ή αλλοδαπός, που να πιστεύει ότι η Ελλάδα μπορεί να εξέλθει από την κρίση, με το περιεχόμενο του Μνημονίου Ι και ήδη του ακόμη σκληρότερου ΙΙ. Και είναι, ακόμη, χαρακτηριστικό το αποτέλεσμα του πρόσφατου δημοψηφίσματος της Public Issue, στο οποίο το 87% των ερωτηθέντων συμπατριωτών μας δηλώνει ότι η οικονομική μας πολιτική είναι εσφαλμένη. Αλλά, οι αρμόδιοι της ΕΕ είναι τόσο απορροφημένοι στην προσπάθειά τους να αποφύγουν την απειλούμενη κατάρρευση των 17 οικονομιών της Ευρωζώνης, ώστε δεν έχουν το χρόνο να ασχοληθούν με λογικές προβλέψεις του τέλους αυτής της, όντως, τρομακτικής ευρωπαϊκής ιστορίας.

Και στο σημείο αυτό επιβάλλεται να υπογραμμιστεί ότι η αδυναμία του Μνημονίου να δώσει λύση στο πρόβλημα του ελληνικού χρέους ήταν οφθαλμοφανής από την πρώτη στιγμή, ακόμη και για πρωτοετείς φοιτητές Οικονομικών. Ωστόσο, όσοι Έλληνες οικονομολόγοι υποστήριξαν την καταστροφική φύση του Μνημονίου, είτε αγνοήθηκαν προκλητικά, και αποκλείστηκαν συστηματικά από τα ΜΜΕ, είτε κατηγορήθηκαν ως εχθροί του Έθνους και, ακόμη, ότι υποστήριζαν τέτοιες απόψεις επειδή εξυπηρετούσαν προσωπικά τους συμφέροντα, είτε τέλος και ότι είναι λαϊκιστές.

Το πρόβλημα, βέβαια, από τη αρχή, δεν ήταν και δεν είναι οι απάνθρωπες θυσίες που απαιτούνται από το λαό. Το πρόβλημα είναι η βεβαιότητα ότι οι θυσίες αυτές είναι και θα μείνουν χωρίς αντίκρισμα. Οι όροι του Μνημονίου καταλήγουν με μαθηματική ακρίβεια στην αδιάκοπη ανάγκη της χώρας να δανείζεται, να εξαθλιώνεται, εξαιτίας των πράγματι απάνθρωπων μέτρων λιτότητας που πολλαπλασιάζονται και εντατικοποιούνται συνεχώς, αλλά το χρέος της και σε απόλυτους και σε σχετικούς αριθμούς να διογκώνεται.

Γι αυτό, και δεν μπορεί να υπάρξει καμιά, μα καμιά δικαιολογία γι αυτούς που έθεσαν την υπογραφή τους κάτω απ’ αυτό το επαίσχυντο Μνημόνιο, που καθιστά τους Έλληνες δούλους, μέσα στην ίδια τη χώρα τους. Ούτε ότι δήθεν πανικοβλήθηκαν, μια και γνώριζαν πολύ καλά την κατάσταση, ούτε ότι δεν είχαν άλλη δυνατότητα για να αποφύγουν τη χρεοκοπία, αφού αποδεδειγμένα δεν προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν άλλες δυνατότητες δανεισμού, όπως π.χ. από την Κίνα ή και από τη Ρωσία, ούτε ότι δεν είχαν περιθώρια διαπραγμάτευσης αυτών των εξωφρενικών όρων του Μνημονίου, αφού η Ιρλανδία και η Πορτογαλία το έπραξαν, αλλά ούτε ότι δήθεν φρόντισαν να σώσουν την Ελλάδα, αφού ούτε καν αισθάνθηκαν την ανάγκη να έχουν μια ευρύτερη συναίνεση του ελληνικού λαού πριν υπογράψουν, ερήμην του, τη θανατική του καταδίκη. Όσο κι αν πρόκειται για δραματική διαπίστωση η Ελλάδα δεν ανήκει πια στους Έλληνες, αλλά στους δανειστές της, δηλαδή κυρίως στις τράπεζες, που αποφασίζουν μέσω των εκπροσώπων τους, δηλαδή της τρόικας, για τις τύχες μας, και τις τύχες των παιδιών μας, αλλά και των μακρινών απογόνων μας. Με τις δηλώσεις του Γιώργου Παπανδρέου, ότι «κυβερνά λαό διεφθαρμένο», ότι «είμαστε Τιτανικός» κλπ, δόθηκε το πράσινο φως στους εταίρους μας να μας χλευάζουν σε καθημερινή βάση, ως τεμπέληδες, ως ανεύθυνους, ως κλέφτες. Γι αυτό, η υπογραφή του επαίσχυντου αυτού Μνημονίου - με κλειστά μάτια;;- ήταν αυτόχρημα εγκληματική και η εξήγησή της, θα πρέπει να αναζητηθεί στις μακρές ενδοσυνεννοήσεις του Γιώργου Παπανδρέου με τον επικεφαλής του ΔΝΤ, ενόσω μας αποκοίμιζε με διαβεβαιώσεις ότι «σε καμιά περίπτωση δεν διανοείται να θέσει την Ελλάδα υπό τον έλεγχο του ΔΝΤ, γιατί πρόκειται για τον σκληρότερο διεθνή οργανισμό που ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνο για τους δανειστές».

Καθώς στο προτελευταίο μου βιβλίο τα Αντι-Μνημονιακά, εξηγώ τους λόγους, για τους οποίους οι όροι του Μνημονίου ήταν εντελώς ανέφικτοι, όσες θυσίες και αν απαιτούνται από τον δύσμοιρο λαό, δεν θα τους επαναλάβω εδώ. Θα αρκεστώ, μόνο, να υπενθυμίσω ότι υφιστάμεθα την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική, που άλλωστε έχει να επιδείξει μόνο κραυγαλέες αποτυχίες στο παρελθόν, και που υποθέτει ότι η μέχρι εξόντωσης μείωση των μισθών, θα περιορίσει το κόστος παραγωγής και θα αυξήσει, έτσι, την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, θα αυξηθούν οι εξαγωγές και η οφειλέτης χώρα θα είναι σε θέση να πληρώσει το χρέος της!

Τα μέτρα των δύο Μνημονίων είναι διαμετρικά αντίθετα αυτών που θα χρειαζόταν η ελληνική οικονομία για να ανακάμψει. Μέτρα δηλαδή αναπτυξιακά και όχι στραγγαλιστικά της δραστηριότητάς της.



Αυτό, λοιπόν, το θλιβερό κατασκεύασμα επιβλήθηκε, μέσω του Μνημονίου, στους Έλληνες, και η ηγεσία τους το αποδέχθηκε, χωρίς την ελάχιστη αντίδραση. Αν και ήταν ξεκάθαρο, από την αρχή, και στους εταίρους μας ευρωπαίους, αλλά και στους αρμόδιους έλληνες που το υπέγραψαν, ότι θα κατέληγε σε παταγώδη αποτυχία. Πως, λοιπόν, να δικαιολογηθεί η προθυμία της κυβέρνησης να δεσμευτεί και με νέο Μνημόνιο ΙΙ, με την ίδια φιλοσοφία, αλλά με ακόμη αγριότερους όρους, μετά την απερίγραπτη αποτυχία του πρώτου;



Είναι σαφές ότι οι δικοί μας αρμόδιοι προσπαθούν να επιβιώνουν, δηλαδή να εξασφαλίζουν ρευστότητα, κυριολεκτικά, μέρα με τη μέρα. Μπορεί, όμως, να είναι λύση αυτή; Σαφέστατα, όχι. Και πιο συγκεκριμένα με το Μνημόνιο ΙΙ, του οποίου οι αδυσώπητοι όροι χρησιμεύουν ως εκβιασμοί για να δοθεί η 5η δόση του δανείου προβλέπονται ανάμεσα σε άλλα απολύσεις στο δημόσιο τομέα της τάξης των 200.000 εργαζομένων, άρση της μονιμότητας στο δημόσιο τομέα, κατάργηση 73 δημόσιων οργανισμών (προς το παρόν, βέβαια) νέες περικοπές μισθών και συντάξεων και αύξηση φόρων που όλα μαζί ελπίζεται ότι θα εξασφαλίσουν €6.4 δις. Αυτά τα πρόσθετα μέτρα, θα βυθίσουν τη χώρα σε ακόμη πιο έντονη ύφεση από ότι το Μνημόνιο Ι, και θα αποδιοργανώσουν πλήρως το δημόσιο τομέα.



Είναι πολύ απλό: χωρίς ανάπτυξη, το χρέος όχι μόνο είναι αδύνατον να αντιμετωπιστεί, αλλά αντιθέτως, διαχρονικά, αυξάνει. Αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, αλλά που τα Μνημόνια τής το αρνούνται είναι ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ταχύτερος του αντίστοιχου του χρέους.. Άρα, οι εταίροι μας δεν ενδιαφέρονται, ή και πιθανότατα δεν επιθυμούν να γίνει βιώσιμο το χρέος μας. Και γιατί να το θέλουν; Αν και διατείνονται ότι δήθεν μας βοηθούν, και δήθεν οι φορολογούμενοί τους θυσιάζονται για τη σωτηρία μας, στην πραγματικότητα εξασφαλίζουν συνεχή και υψηλά κέρδη σε βάρος μας. Ανάμεσα και σε άλλα, δανείζονται με 1.50-2% και μας περνούν το δάνειο με τριπλάσιο επιτόκιο. Και, δεν κινδυνεύουν να μην εξοφληθούν, αφού έχουν βάλει ενέχυρο ολόκληρη την Ελλάδα. Με το Μνημόνιο, όχι απλώς το χρέος δεν έχει πιθανότητες να αντιμετωπιστεί, αλλά ούτε και το πρωτογενές έλλειμμα. Και έτσι μπορούν να μας εκβιάζουν.



Φθάνουμε, έτσι, στο δραματικό, αλλά αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για προγραμματισμένη κρίση, με κυρίαρχους στόχους εντελώς διαφορετικούς από αυτούς που επίσημα εμφανίζονται. Χωρίς, ασφαλώς, να μπορεί να παραβλεφθεί και η πιθανότητα πρόκλησης της κρίσης, από τις ΗΠΑ, με πρόθεση να ανακόψουν την πορεία καθιέρωσης του ευρώ ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος, θα αρκεστώ στην αποκάλυψη ορισμένων ευρωπαϊκών στόχων, που είναι αδιαφανείς, αλλά όμως που πια είναι δύσκολο να διαψευστούν. Τα μέτρα των Μνημονίων Ι και ΙΙ, μέσω της εξαθλίωσης του ελληνικού λαού, επιδιώκουν σαφέστατα 3 στρατηγικούς στόχους, η υλοποίηση των οποίων θα σημάνει την, επ’ αόριστον, εξαφάνιση της Ελλάδος από το χάρτη των αναπτυγμένων οικονομιών:



Α. Ο πρώτος στόχος, που άλλωστε έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, είναι η επιστροφή της αγοράς εργασίας στις οικτρές συνθήκες που επικρατούσαν στις αρχές του 19ου αιώνα. Μέσα, σχεδόν, σε μια νύκτα καταργήθηκε ουσιαστικά το σύνολο των μέτρων, που ήταν αποτέλεσμα μακρόχρονων αγώνων των εργαζομένων και που στόχευαν στην προστασία τους από κάθε μορφή εκμετάλλευσης. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τους ακραιφνείς νεοφιλελεύθερους, ως πειραματόζωο. Η δύσκολη οικονομική της θέση, οι ασθενείς και περιορισμένων ικανοτήτων κυβερνήσεις της των τελευταίων δεκαετιών, καθώς και η μεθοδευμένη τρομοκράτησή της, της αφαίρεσαν εκ προοιμίου κάθε δυνατότητα αντίστασης. Αυτή, ακριβώς, η εντελώς ασύδοτη και χωρίς ρυθμιστικούς κανόνες αγορά εργασίας αποτελούσε μακροχρόνιο όνειρο των νεοφιλελεύθερων. Και έτσι, κατορθώθηκε το αδιανόητο: η δουλοποίηση των Ελλήνων εργαζομένων, που εμφανίζονται εντελώς ανίσχυροι και στο έλεος των εργοδοτών, ενώ ήδη ο μισθός που τείνει να επικρατήσει δεν υπερβαίνει τα €400-450. Η κορύφωση των ανισοτήτων κατανομής, στην Ελλάδα, που εκτιμάται ότι μετέφερε περισσότερες από 10 εισοδηματικές μονάδες από την εργασία στο κεφάλαιο, στο διάστημα των τελευταίων τριών δεκαετιών, θα αποδειχθεί το ισχυρότερο εμπόδιο για ανάπτυξη, όταν και αν αντιμετωπιστεί η λαίλαπα της κρίσης του χρέους.

Αυτό το μεσαιωνικό σχήμα εργασιακών σχέσεων, που σχεδιάζεται να επιβληθεί και στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα χρησιμοποιήσει την Ελλάδα ως γέφυρα.



Β) Ο δεύτερος στόχος, που ήδη υλοποιείται με ταχύτατους ρυθμούς, είναι η κατεδάφιση του δημόσιου τομέα, στον οποίο περιλαμβάνεται και το Κράτος Πρόνοιας, αφού επί αρκετά μεγάλο διάστημα εκτοξεύτηκαν εναντίον του γκεμπελικές μέθοδοι δαιμονοποίησής του: δήθεν υπερμεγέθης, δήθεν με τεράστιους μισθούς οι εκεί εργαζόμενοι, δήθεν τεμπέληδες όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Πρόκειται, βέβαια, για επικίνδυνες γενικεύσεις, που βασίζονται σε ευρείας κατανάλωσης μύθους (όπως εκθέτω στο άρθρο μου: Η κατεδάφιση του κράτους», Μανιφέστο 1/2011). Η αναντίρρητη αναποτελεσματικότητα του ελληνικού δημόσιου τομέα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με βάρβαρες ποσοτικές μειώσεις του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά αντιθέτως απαιτεί ποιοτικές βελτιώσεις. Περιττό να τονίσω το πόσο επικίνδυνη είναι η ακολουθούμενη πρακτική, εφόσον βασική αρχή της ομαλής λειτουργίας κάθε οικονομίας είναι η, επί ίσων βάσεων, συνεργασία και αλληλοσυμπλήρωση ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, ιδίως τώρα που έχουμε απόλυτη ανάγκη από ενότητα και συνοχή.



Γ) Και ο τρίτος, και οδυνηρότερος στόχος, είναι το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Το έντονο ενδιαφέρον των εταίρων μας είναι δύσκολο να κρυφτεί: πιέζουν και βιάζονται να τους τα δώσουμε όλα, να πάρουν τα πάντα: λιμάνια, αεροδρόμια, τρένα, κτίρια, τις υπηρεσίες κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων και δεν έχει τέλος. Χρησιμοποιούν, εξάλλου, αδόκιμους για την περίπτωση όρους και παραπειστικές εκφράσεις, όπως αξιοποίηση, ιδιωτικοποίηση και μεταρρυθμίσεις, ενώ πρόκειται για αλύπητη εκποίηση “οικογενειακών κειμηλίων και ασημικών». Εκποίηση που θα μας μετατρέψει σε πένητες της Ευρώπης στο διηνεκές, και σε δια βίου αποικία του πλούσιου Βορρά. Εκποίηση, που πρέπει με δόντια και νύχια να αποτρέψουμε, γιατί εκτός του ότι αυτή σημαίνει ουσιαστικά πτώχευση, η βιασύνη και ο πανικός με τον οποίο οι εταίροι μας μάς υποχρεώνουν να λειτουργήσουμε, θα καταλήξει σε ρευστοποίηση των πάντων έναντι πινακίου φακής.







ΙΙ. ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ - ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ



Η sine-qua-non προϋπόθεση για τη σωτηρία μας είναι η, με όλα τα μέσα, με κάθε κόστος και κάθε θυσία, με δόντια και νύχια, απαλλαγή μας από την τρόικα και τα Μνημόνια, γιατί μέσα στο συρφετό τους κυριολεκτικά διαλυόμαστε. Εκτός από τη διαρκή προσβολή στην εθνική μας αξιοπρέπεια, η παραμονή των κατακτητών στη πατρίδα μας αποκλείει ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε το περισσότερο, για να βγούμε από την κρίση, δηλαδή Ανάπτυξη.

H Ανάπτυξη, όμως, απαιτεί μέτρα διαμετρικά αντίθετα από αυτά που μας επιβάλλει η τρόικα. Γιατί, δεν υπάρχει προηγούμενο οικονομίας, που να κατόρθωσε να πληρώσει το χρέος της σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης και απερίγραπτης λιτότητας. Αν, λοιπόν, καταδικαστούμε να παραμείνουμε στο θανατηφόρο αυτό περιβάλλον, και αφού θα έχουμε πια ξεπουλήσει τη δημόσια περιουσία, ο ρόλος μας θα είναι να εξασφαλίζουμε στην Ευρωζώνη, που μεταλλάσσεται ταχύτατα σε Ηνωμένες Πολιτείες της Γερμανίας, φθηνά εργατικά χέρια. Αυτά θα τα χρειαστεί, σίγουρα, η Γερμανία στα προσεχή 50 χρόνια, γιατί ο πληθυσμός της προβλέπεται ότι θα μειωθεί κατά 17, από τα 82 εκατομμύρια που αριθμεί τώρα, και ακόμη γιατί οι περιοριστικοί όροι αποδοχής μεταναστών από την Πολωνία, τις Βαλτικές Χώρες, την Τσεχία και τη Σλοβακία, καθώς και οι χαμηλοί μισθοί που πρόσφερε για εξειδικευμένη εργασία, της στέρησαν τη δυνατότητα ανανέωσης του πληθυσμού της με νέους. Για αφρικανοποίηση, και όχι πια για κινεζοποίηση των Ελλήνων εργαζομένων θα γίνεται λόγος, εφεξής, εφόσον η Κίνα προχωρεί σε θεαματική αύξηση μισθών και στη λήψη προστατευτικών μέτρων των εργαζομένων της. Και η πορεία αυτή προς την εξαθλίωση θα ολοκληρωθεί χάρη στο νέο Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, που προωθείται στα πλαίσια της ΕΕ και που προβλέπει συνεχή μείωση μισθών, σε μια Σισύφεια, όσο και ουτοπική προσπάθεια να καταστούμε εξίσου ανταγωνιστικοί με τη Γερμανία.

Σε πείσμα του περιβάλλοντος πανικού, που έντεχνα μας δημιουργούν, στις παραμονές καταβολής των δόσεων δανείων, ωστόσο η λύση στα ακανθώδη προβλήματά μας, δεν είναι η συνεχής προσθήκη νέων δανείων, στα ήδη υπάρχοντα. Η συσσώρευση δανείων μας βυθίζει ολοένα και περισσότερο σε πλήρες αδιέξοδο, αυξάνει το χρέος μας, αλλά και τους τόκους που πρέπει να καταβάλουμε και που αντιπροσωπεύουν, σε ετήσια βάση, το 8- 10% του ΑΕΠ μας, καθιστώντας έτσι αδύνατη και την εξάλειψη του πρωτογενούς μας ελλείμματος. Δυστυχώς, όμως, η μόνιμη σύγχυση της διχασμένης Ευρώπης, αλλά και η παντελής έλλειψη αντιδράσεων της Αθήνας δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν το τεράστιο αυτό πρόβλημα του χρέους. Αποτέλεσμα αυτού του διαρκούς αδιέξοδου είναι και το ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της η Standard and Poor προχώρησε σε ταυτόχρονη υποβάθμιση τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών βαθμολογώντας τες με CCC .

Αλλά, και από την πλευρά των δυνατοτήτων εξόδου μας από την κρίση υπάρχει στενότητα, αν η ΕΕ δεν αποφασίσει να δώσει αποτελεσματική και οριστική λύση στο πρόβλημα χρέους ολόκληρου του Νότου της, αλλά εξακολουθήσει να λειτουργεί ως τιμωρός της.

Σ’ αυτή την περίπτωση, προβάλλει ουσιαστικά μια και μοναδική λύση, ικανή να μας ξαναδώσει μια θέση στον πολιτισμένο κόσμο. Πρόκειται για την αναδιάρθρωση/ αναδιαπραγμάτευση του χρέους, που έχω προτείνει από τις πρώτες φάσεις του ελληνικού δράματος με άρθρα και ομιλίες μου (Βλ. Αντι- Μνημονιακά). Θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι εκτός του ότι δεν πρόκειται για μέθοδο με προκαθορισμένους όρους, αλλά αντιθέτως έχει την ευχέρεια να προσαρμόζεται στα δεδομένα της κάθε περίπτωσης, δεν στερείται κινδύνων και δεν είναι πανάκεια, ούτε για την Ελλάδα, αλλά ούτε για την ΕΕ. Στη δεινή θέση, ωστόσο, που τώρα βρισκόμαστε, και που Μνημόνια και δάνεια εντείνουν τα αδιέξοδα και μας διαλύουν, μια καλά μεθοδευμένη αναδιάρθρωση/αναδιαπραγμάτευση, που να συνοδεύεται και από ένα γενναίο κούρεμα, είναι δυστυχώς η μοναδική λύση στον ορίζοντά μας.



Πρέπει να καταφύγουμε κατεπειγόντως στη λύση αυτή:

• Πρώτον επειδή, είναι σαφές ότι η ΕΕ-Ευρωζώνη, μας εκλαμβάνει ως βαρίδιο, το οποίο με μεγάλη χαρά θα εκτόξευε εκτός της και στο πυρ το εξώτερο, αν δεν έτρεμε τις συνέπειες του ισχυρότατου όπλου μας, που είναι η άλλη όψη του υψηλού μας χρέους. Αυτή η πλευρά του χρέους μας εξηγεί το πώς και το γιατί, οι εταίροι μας αποφασίζουν με τόση ευκολία να μας εξασφαλίζουν συνεχή και τεραστίου ύψους δάνεια. Όχι, βέβαια, για να μας σώσουν, αλλά ελπίζοντας ότι έτσι θα σωθούν οι ίδιοι από τους κερδοσκόπους (Βλ. τις μεγαλύτερες τράπεζες της υφηλίου) που οι ίδιοι εξέθρεψαν. Και τίποτε δεν μπορεί να συγκαλύψει την αγωνία, από την οποία διακατέχονται, στην ιδέα κυβερνητικής αλλαγής στην Ελλάδα, που θα μπορούσε να καταλήξει σε καταγγελία αυτού του μηχανισμού στήριξης και που, άλλωστε, εξηγεί τις φορτικές πιέσεις για συναίνεση, που τολμήθηκαν τελευταίως προς την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Καθώς, ωστόσο, τα ευρωπαϊκά και διεθνή δεδομένα μεταβάλλονται με απρόβλεπτο τρόπο και με ιλιγγιώδη ταχύτητα, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το ενδεχόμενο ότι ίσως κάποτε στο προσεχές μέλλον, αυτό το όπλο μας να έχει, κατά κάποιο τρόπο, απενεργοποιηθεί. Γιατί είναι απολύτως βέβαιο ότι ουδείς στις Βρυξέλλες, Βερολίνο και Φραγκφούρτη είναι τόσο αφελής ώστε να πιστεύει ότι η Ελλάδα θα σωθεί με το Μνημόνιο !! Απλώς, γίνονται απέλπιδες προσπάθειες να κερδηθεί χρόνος, και να ρυθμιστεί έτσι η κατάσταση, ώστε να έχει εξουδετερωθεί, αν είναι δυνατόν, η απειλή από την Ελλάδα. Ο χρόνος, έτσι, δουλεύει εναντίον μας.



• Δεύτερον, επειδή κάθε ημέρα που περνά καθιστά δυσκολότερη τη θέση μας, αυξάνοντας το απαιτούμενο ύψος του hair-cut, προκειμένου να είναι αποτελεσματικό, διαλύοντας σε βάθος και πλάτος τις βάσεις της δημόσιας διοίκησης, της παιδείας, της οικονομίας και της κοινωνίας μας, έτσι που η ανασυγκρότηση θα εμφανίσει τεράστιες δυσχέρειες-θα χρειαστεί έναν νέο Καποδίστρια.



• Τρίτον, η χώρα είναι ήδη χρεοκοπημένη και διατηρείται στην επιφάνεια με τεχνητά μέσα. Παράταση, απλώς, της δίνει η νέα κυβέρνηση, που άλλωστε είναι ανίκανη να της προσφέρει κάτι το ουσιαστικό, εφόσον παραμένει αναλλοίωτη η στραγγαλιστική οικονομική πολιτική, που επιβάλλει η τρόικα.



• Και τέλος τέταρτον, όλα δείχνουν ότι οι υπέρογκες, και χωρίς αποτέλεσμα, θυσίες του ελληνικού λαού άγγιξαν τα όριά τους, και τώρα η χώρα απειλείται σοβαρά από κοινωνική έκρηξη και εμφύλιο πόλεμο.

Και δυο λόγια για τη «λύση» στην οποία συμφώνησαν Σαρκοζί και Μέρκελ (στις 17.06.2011) προκειμένου να δοθεί στην Ελλάδα η πέμπτη δόση του δανείου και να αναβληθεί, προς το παρόν, η επίσημη χρεοκοπία της. Πρόκειται για την πρόταση συμμετοχής των ιδιωτών, σε μια μερική χρεοκοπία της Ελλάδος, που θα ψαλλιδίσει κάπως το κεφάλαιό τους, αλλά που δεν πρέπει να δώσει μήνυμα κουρέματος ή πτώχευσης προς τα έξω. Γι αυτό και πρέπει να τηρηθούν τα ακόλουθα τέσσερα κριτήρια : πρώτον, η συμμετοχή των ιδιωτών να είναι εθελοντική και όχι υποχρεωτική, δεύτερον να μην εμπίπτει στην κατηγορία του «πιστωτικού γεγονότος» -δηλαδή της χρεοκοπίας ή του κουρέματος-, τρίτον να έχει εξασφαλίσει τη συναίνεση της ΕΚΤ και τέταρτον να γίνει γρήγορα. Πρόκειται, βέβαια για λύση, που δεν είναι λύση για το ελληνικό πρόβλημα, του οποίου απλώς μεταθέτει χρονικά την έκρηξη. Εμπνέεται από τη γνωστή πρωτοβουλία της Βιέννης, στην οποία το 2009 διεθνείς επενδυτές δέχθηκαν να διακρατήσουν ομόλογα χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, που είχαν λήξει, προκειμένου να αποφευχθεί η χρεοκοπία τους.

Δεν είναι αυτή λύση για την Ελλάδα, πρώτον επειδή με τον τρόπο αυτό δεν θα είναι εύκολο να επανέλθει στις αγορές, εφόσον ο κίνδυνος απώλειας των επενδυτών ελληνικών ομολόγων γίνεται πια χειροπιαστός, δεύτερον, επειδή το ποσό στο οποίο αναφέρεται η συμμετοχή των ιδιωτών εκτιμάται ως σταγόνα στον ωκεανό του συνολικού ελληνικού χρέους, που άλλωστε συνεχώς εμπλουτίζεται με νέα δάνεια και τέλος επειδή στην ουσία πρόκειται για υποχρεωτική και όχι εθελοντική διακράτηση ομολόγων, για επτά επιπλέον χρόνια, από τις τράπεζες τα ασφαλιστικά ταμεία και τους άλλους επενδυτές, και έτσι κινδυνεύει να κινητοποιήσει τους κερδοσκόπους. Η αντιμετώπιση, εξάλλου, αυτή διαιωνίζει και βαθαίνει, ουσιαστικά, το ελληνικό πρόβλημα, στην προσπάθεια να προστατευθούν οι τράπεζες από την υποχρέωση να πληρώσουν μερικές δεκάδες δισεκατομμυρίων ευρώ σε CDS (=στοιχήματα ότι θα χρεοκοπήσει η Ελλάδα), πράγμα που τελικά δεν θα αποφύγουν. Στο μεταξύ, η κατάσταση στην Ελλάδα επιδεινώνεται με ταχείς ρυθμούς, και τα πάντα μπορεί να προκύψουν.

Συνεπώς, φαίνεται να μην υπάρχει άλλη λύση, για την Ελλάδα, παρά:

Να καταγγείλουμε τα Μνημόνια και τη δανειακή σύμβαση. Εξυπακούεται ότι η καταγγελία αυτή δεν μπορεί να αναμένεται από την παρούσα κυβέρνηση, όχι μόνο επειδή υπέγραψε αυτές τις καταδικαστικές αποφάσεις, εναντίον μας, όχι μόνο επειδή με σκυμμένο αυχένα και χωρίς αντίδραση δέχεται να εφαρμόσει τα αιματηρά, αλλά παντελώς αναποτελεσματικά μέτρα, που της επιβάλλει η τρόικα, αλλά και πάνω απ’ όλα επειδή αυτή η κυβέρνηση δίνει, σαφώς, την εντύπωση ότι συμπορεύεται με την τρόικα και εναντίον του ελληνικού λαού. Οι επιλογές της αναβιώνουν, έτσι, συνεχώς, τη ρήση του Πρωθυπουργού, που δήλωσε σε επήκοο ολόκληρης της υφηλίου ότι «κυβερνά έναν διεφθαρμένο λαό», στον οποίον προφανώς δεν ανήκει ο ίδιος και από τον οποίον σαφώς αποστασιοποιείται, και μόνο από γενναιοψυχία προσπαθεί να τον σώσει.

Να τολμήσουμε ταυτόχρονα να δηλώσουμε προσωρινή στάση εξωτερικών πληρωμών, μέχρις ότου συμφωνήσουμε με τους εταίρους μας, σε όρους ανθρώπινους και πραγματοποιήσιμους, για την αντιμετώπιση του χρέους. Βεβαίως, κάποιο σημαντικό κούρεμα, γύρω στο 50% του συνολικού χρέους θα είναι αναπόφευκτο. Πράγματι, η Standard and Poor με το βαθμό 4 που δίνει στην Ελλάδα, προδικάζει ότι οι επενδυτές της θα λάβουν 30-50 από το κεφάλαιό τους.

Σ’αυτή μας την ενέργεια, και παρά τους κινδύνους που αυτή περιέχει, θα πρέπει να μας ενισχύσει:

*Πρώτον, το ότι η κατάστασή μας εκλαμβάνεται, γενικώς, ως χρεοκοπία με αναστολή. Οι πιθανότητες, που ήδη δίνονται για την ελληνική χρεοκοπία, ανέρχονται στο 80%. Είναι, συνεπώς, προτιμότερες οι εξελίξεις, τις οποίες θα έχουμε προβλέψει, θα έχουμε προγραμματίσει και θα μπορούμε, σε κάποιο βαθμό, να επηρεάσουμε.

*Δεύτερον η πεποίθηση ότι οι εταίροι μας είναι περισσότερο φοβισμένοι από μας, για την πιθανότητα μιας σφοδρότατης κρίσης στην Ευρωζώνη, που δεν είχαν προβλέψει και που απειλεί να τη διαλύσει. Να επισημανθεί ότι οι απώλειες που υπέστησαν ήδη τα χρηματιστήρια, στην υφήλιο, κάτω από τον πανικό της ενδεχόμενης χρεοκοπίας της Ελλάδος, ανέρχονται σε περίπου €1 τρις, δηλαδή τριπλάσιο περίπου ποσό του ελληνικού χρέους. Ακόμη, και ενώ εκτιμάται ότι η αναδιαπραγμάτευση θα στοιχίσει στις ευρωπαϊκές τράπεζες γύρω στα €81 δισεκατομμύρια, οι εταίροι μας προτιμούν να μας δανείζουν συνεχώς και περισσότερα, προκειμένου να μην κινδυνεύσουν οι τράπεζες, αλλά και γιατί τις συμφέρει, χάρη στη διαφορά των επιτοκίων, όπως αναγνώρισε πρόσφατα και η πρωθυπουργός της Αυστρίας. Μας δίνουν 1, και εξασφαλίζουν 2 ή 3. Και μας θυσιάζουν, χωρίς ενδοιασμό, στο βωμό των τραπεζών. Και το χειρότερο είναι ότι, παράλληλα, μας εκβιάζουν ασύστολα.

* Τρίτον, το γεγονός ότι η κατάσταση στην ΕΕ-Ευρωζώνη είναι, άκρως, προβληματική και υπάρχουν πολυάριθμα σκοτεινά σενάρια σχετικά με την εξέλιξή της, χωρίς πια και να αποκλείεται η διάλυσή της. Συνεπώς, η καταρχήν δικαιολογημένη φοβία των Ελλήνων, για την περίπτωση εξαναγκασμού μας να επιστρέψουμε στο εθνικό μας νόμισμα οφείλει να εκτιμηθεί και κάτω απ’ αυτό το πρίσμα της μεγάλης αβεβαιότητας γύρω από το μέλλον του ευρώ.

*Τέταρτον, οι όποιες απειλές γύρω από την τυχόν έξοδο της Ελλάδος από την Ευρωζώνη δεν είναι λογικό να εξετάζονται μεμονωμένα, αλλά σε άμεση σύγκριση με τις συνθήκες διαβίωσής μας, ως δούλων δηλαδή της τρόικας. Δεν υπάρχει καμιά προοπτική, δεν υπάρχει ελπίδα για μια οικονομία που αργοπεθαίνει, σε καθημερινή βάση, χωρίς πρόσβαση στην ανάπτυξη. Υπάρχει μόνο και αποκλειστικά απελπισία για μια ως και τρεις χαμένες γενιές από σήμερα, σε χώρα που υποχρεώνεται να ξεπουλήσει τα πάντα στους δανειστές της. Και, οπωσδήποτε, τώρα φαίνεται να είναι η πιο ακατάλληλη στιγμή για την ΕΕ-Ευρωζώνη, για να αποβάλλει μέλος της, ενώ αύριο μπορεί να είναι διαφορετικά.

*Πέμπτον, το νέο κυβερνητικό σχήμα από 17.06.2011 εξασφαλίζει κάποια παράταση της εξουσίας του ΠΑΣΟΚ, πριν από τις εκλογές ή πριν από τον σχηματισμό οικουμενικής. Εφόσον, η τραγικά αναποτελεσματική οικονομική πολιτική παραμένει αναλλοίωτη, οι κατακτητές μας εξακολουθούν να αποφασίζουν για μας, αλλά και το σχέδιο ξεπουλήματος της Ελλάδος δρομολογείται, η μοναδική δυνατότητα του νέου υπουργού Οικονομικών, που είναι συνταγματολόγος, είναι να προσπαθήσει να πείσει ότι είναι σε θέση να κάνει βελτιώσεις. Αλλά, πως;;;



Με την αναδιαπραγμάτευση, που έχει προ πολλού προεξοφληθεί από τις αγορές, και που επιβάλλεται να συνδυαστεί με την αποπομπή της τρόικας, θα πρέπει να εξασφαλίσουμε:

*καλύτερους όρους, δηλαδή ουσιαστική επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης του συνολικού μας χρέους, επιτόκια που να μην υπερβαίνουν αυτά με τα οποία δανείζονται οι εταίροι μας, και βέβαια κούρεμα

*και, ταυτόχρονα, την χωρίς απώλεια χρόνου έναρξη ενός επιθετικού αναπτυξιακού προγράμματος, που θα αναβιώσει το δικαίωμα επιβίωσης των Ελλήνων.



Εξυπακούεται ότι οι κατευθυντήριες γραμμές αυτού του αναπτυξιακού προγράμματος θα είναι διαμετρικά διαφορετικές, πρώτον με την υπόθεση παραμονής και δεύτερον μη παραμονής μας στην Ευρωζώνη. Στη δεύτερη περίπτωση η δυνατότητα χάραξης στρατηγικής για το εθνικό μας νόμισμα μπορεί να μας εξασφαλίσει πρόσθετα πλεονεκτήματα.

Η έναρξη της αναπτυξιακής μας προσπάθειας θα πρέπει να βασιστεί σε επεκτατική νομισματική πολιτική, αν επανέλθουμε στη δραχμή, ή στην άμεση εξασφάλιση αναπτυξιακού δανείου από έξω-ευρωπαϊκή πηγή, αν παραμείνουμε στο ευρώ.

Απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση της αναπτυξιακής προσπάθειας θα είναι η γενναία ανακατανομή των εισοδημάτων υπέρ των οικονομικά ασθενέστερων και των ανέργων, δεδομένου ότι η ανισοκατανομή έφθασε σε τόσο δυσθεώρητα ύψη, ώστε να αποκλείει την ομαλή λειτουργία της οικονομίας. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2009, η σχέση εισοδημάτων ιδιοκτησίας προς εισοδήματα εργασίας έφθασε να είναι στην Ελλάδα 0,43, έναντι 0,25 στην ΕΕ-15.

Τηλεγραφικά, θα έλεγα, αναφέρω στη συνέχεια κάποιες βασικές κατευθύνσεις της προσπάθειας ταχύρρυθμης ανάπτυξης- που βεβαίως απαιτούν εκτενέστερη ανάλυση και μεγαλύτερη εμπέδωση:

*Ισχυρή κρατική παρουσία και πρόγραμμα, στην έναρξη της αναπτυξιακής προσπάθειας.

*Διενέργεια σημαντικών δημοσίων επενδύσεων, που θα ενθαρρύνουν τις ιδιωτικές.

*Συγκεκριμενοποίηση του τι εννοούμε με «μεταρρυθμίσεις» στις οποίες θα πρέπει να προχωρήσουμε, δεδομένου ότι γίνεται κατάχρηση και ο όρος χρησιμοποιείται, τελικά, επί παντός του επιστητού. Π.χ. η λήψη μέτρων για την εξαθλίωση της αγοράς εργασίας, εμφανίστηκε ως «μεταρρύθμιση», όπως και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.

*Επανασχεδιασμός, ενίσχυση και καταγραφή των ιδιαίτερων αναγκών της παιδείας, που έχει δεινοπαθήσει τα τελευταία χρόνια. Επανεισαγωγή στα εκπαιδευτικά προγράμματα των αρχαίων ελληνικών και της ιστορίας, με υπογράμμιση των εποχών και των σημείων που μας κάνουν υπερήφανους, και που τώρα τα έχουμε απόλυτη ανάγκη.

*Συντονισμένες προσπάθειες για την αναγέννηση της παραδοσιακής γεωργικής μας παραγωγής, που έχει πεθάνει, εξαιτίας των ασύδοτων εισαγωγών γεωργικών προϊόντων, των φθηνών εργατικών χεριών, κυρίως χάρη στους παράνομους μετανάστες, αλλά και της γενικότερης παρασιτικής κατεύθυνσης των δραστηριοτήτων στη χώρα μας, που ενισχύεται αποφασιστικά από την κορύφωση των ανισοτήτων κατανομής.

*Καταγραφή των βιομηχανικών και βιοτεχνικών δραστηριοτήτων, που υπόσχονται κάποιο μέλλον, και κρατική ενίσχυσή τους, στην αρχή.

* Προσπάθεια αύξησης των χαμηλών, γενικά, φορολογικών μας εσόδων (είμαστε στην ουρά των 27 της ΕΕ, σε πείσμα του μύθου της υψηλής φορολογίας, γιατί χωρίς επαρκή κρατικά έσοδα δεν μπορεί τίποτε να επιτευχθεί), πολιτική βούληση για να παταχθεί επιτέλους η φοροδιαφυγή και, βέβαια, δικαιότερη κατανομή του φορολογικού βάρους.

* Τέλος, ναι, θα απαιτηθεί και κάποιος έλεγχος στις εισαγωγές (που, άλλωστε, αποτελεί τον κανόνα σε ολόκληρη την υφήλιο) για να ενισχυθεί η εθνική μας παραγωγή.

Οι ελπίδες για να βγούμε από την κρίση, τελικά, εναποτίθενται στον ελληνικό λαό. Είναι βέβαιο ότι η αγωνιστική του παρουσία στις ελληνικές πλατείες πυροδότησε τις πρόσφατες πολιτικές αλλαγές. Οι τελευταίες δεν ήταν, ασφαλώς, αρκετές για να μεταβάλλουν το πολύ ζοφερό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό τοπίο, εφόσον οι πολιτικοί έσπευσαν να εξουδετερώσουν, μερικώς, τη συμβολή τους. Ωστόσο, ο λαός, εξακολουθεί και θα εξακολουθήσει να ζει στις πλατείες. Και μέσα από τις τάξεις του ελπίζεται η ανάδειξη ενός νέου πολιτικού σχηματισμού, ικανού να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού και να γιατρέψει τις πληγές του.
















































































Reviewed by Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη on Φεβρουαρίου 19, 2012 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια